Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2023
Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2023
ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ από το τεύχος Νο 86 του ΚΕΛΑΙΝΩ
Αχνές φιγούρες
Σας ανταμώνω στου Ιονίου τα νερά
και στα ανθισμένα σπάρτα,
στα σκαλοπάτια του σπιτιού.
Χορεύετε μπάλο και ταγκό
κάτω στο κυπαρίσσι.
Τα βήματα σας χάνονται
στου τρυγητή τ’ αμπέλια.
Σας ανασαίνω στου μπάτη τη
δροσιά
Μοσχοβολάτε γιασεμί
και νοτισμένο χώμα.
Στο ματωμένο δειλινό,
σβήνετε αχνές φιγούρες.
Κατερίνα Αλυσανδράτου
----
Προορισμός
Στενό και ανηφορικό
το μονοπάτι Κύριε
κι οι Κυριακές μικρές.
Πέρα απ' του ουρανού τα σύννεφα
η πύλη Σου η στενή.
Όραμα και προορισμός.
Λευκά περιστέρια οι μνήμες,
κρατούν τα λόγια εσπερινού
και ψιθυρίζουν στο σούρουπο.
Εκέκραξα προς Σε εισάκουσον με.
Πέφτω και βοήθα με.
Λυγίζω και στήριξε με.
Κλαίω και παρηγόρα με .
Τελειώνει η μέρα.
Ουρανός δεν είμαι,
καθρέφτης Σου είμαι
σε κείνο το κατ' εικόνα.
Που το πληγώνω, το θαμπώνω.
Η δικαιοσύνη στη γη πέταξε
στους τέσσερις ανέμους.
Θυμήσου με Εσύ, με την αγάπη Σου,
έξω απ' την πύλη τη στενή.
Μαρίνα Αντωνίου
---
Καράβι
Άλλο πάει κι άλλο έρχεται
κι η θάλασσα μήτρα
όπως η μάνα
όπως η μέρα
αλλά κι η νύχτα
κύμα
γέννηση
με το ανά
πρώτη γραμμή
ίδια η ζωή.
Ματίνα Κ. Καρελιώτη
---
Η
λούτρινη ζακέτα
Κάρφωσα κάποιο βράδυ
όλα τα αστέρια του ουρανού
μη τυχόν και πέσει πάλι στη φούχτα μου
εκείνο με το όνομά σου γραμμένο.
Δεν έχω πολλά ενθυμήματα δικά σου
λίγα είναι και μετρημένα
μια φουρκέτα απ’ τα μαλλιά σου
μια πλεχτή κουβέρτα, με πουλιά κεντημένα.
Ένας δίσκος τραταρίσματος...Αραζαντένιος
κάποιες φωτογραφίες σου παλιές, κιτρινισμένες
ένα πολυγωνικό γυάλινο μαύρο κουμπί
από τη λούτρινη ζακέτα σου
που το φυλούσες ως κόρην οφθαλμού,
στον πάτο της παλιάς κασσέλας!
Δεν έχω πολλά ενθυμήματα δικά σου
αχ Μάννα μου, αυτό το...κουμπί
κι η λούτρινη ζακέτα η μόνη πολυτέλεια
στην άχαρη ζωή σου!
Αυτός ο ξαφνικός σου θάνατος
μια λύτρωση για σένα
ένας πόνος αέναος μέσα μου
Αχ Μάννα μου γλυκιά!
Ζιζή Γερονυμάκη
----
Τι είμαι;
Τι
είμαι τάχα μέσ' την πλάση;
Είμαι
μια άγρια καταιγίδα;
Μήπως
μια φλέβα που 'χει στάξει
του
αίματος της τη ρανίδα;
Τι
είμαι τάχα μέσ 'την πλάση;
Ίσως
του σύννεφου ο κύκλος,
είμαι
του φεγγαριού η χάση,
ή
μήπως είμαι ένας μύθος;
Τι
είμαι τάχα μέσ'την πλάση;
Νά'
μαι του έρωτα η σφραγίδα,
του
ήλιου, που ζητά να πιάσει
τον
κόσμο, μέσα σε μια ηλιαχτίδα;
Τι
είμαι τάχα μέσ' την πλάση;
Του
πόθου το φευγάτο αγέρι;
Μία
σύλληψη που έχει φτάσει,
σταλμένη
απ 'του Θεού το χέρι;
'Ότι
και νάμαι λέω Δόξα Θεέ μου,
στην
'Άγια Σου εικόνα
και
με κεριά φωτίζω πόσα
του
ουρανού Σου τον πυλώνα.
Λένα Φατούρου
---
Άκαιρη διαπίστωση
Μισό αιώνα και κάτι,
ασθμαίνοντας έτρεχα πίσω απ’ το χρόνο,
με τη λαχτάρα να προπορευτώ.
Παρελθόν, παρόν και μέλλον
ποτέ δε μου ’φταναν
για να σμιλέψω τα όνειρά μου.
Μισό αιώνα και κάτι
σπατάλησα,
όσο να μάθω επιτέλους
πως ήταν ο χρόνος που πάσχιζε να με φτάσει,
τρέχοντας πίσω μου
σαν γοργοπόδαρο λαγωνικό.
Και τα όνειρά μου
απόμειναν όνειρα...
Ηρώ-Χρυσάνθη Αλεξανδράκη
----
Στο ίδιο βάραθρο
Ρούφηξες μια νύχτα
τους ματωμένους στίχους μου,
έγινες σοφός
φτύνεις τριαντάφυλλα!
Αργά τις νύχτες
σε ψάχνω στο ίδιο βάραθρο
στην ίδια σιωπή!
Τη μαχαιριά κρύψε
όταν γίνει ουλή
αφιέρωσέ τη στα χελιδόνια…
Με αποκρυπτογράφησες
κερδίζεις!
Ένα άστρο
για τα μαλλιά σου!
Σπύρος Ζαχαράτος…
---
Καληνυχτίζοντας....
Τον έντυσαν βροχή σε τρομαγμένη πουλιά.
Τον βάφτισαν αγέρα, σε ντροπιασμένα νούφαρα προστάτη!
Τον περιέφεραν σε πλατείες κομπάρσων,
με αμανέδες και τύμπανα.
Γονατιστός βασιλιάς που ακούστηκε;
Όχι δεν ήμουν παρών στην πομπή...
Κάτι πεινασμένα χαμίνια έγιναν ντελάλιδες...
Κυριακή κοντή γιορτή....
Να μάθουμε ποιος θα πληρώσει το πάπλωμα;
Άβρεχος θα πλαγιάσω στο χθες που πονάει λιγότερο..
Βούλα Μέμου
---
Ποιητής
Δύσκολο να ’σαι ποιητής
σε άγριες εποχές
γι’ αυτό
τίτλος τιμής λογιέται
πάνω από κάθε άρχοντα
τι ένας στιχάρης μόνο
μπορεί να μας σκοτώσει
δίχως μαχαίρι κι αίματα
με δυο του λέξεις
μοναχά
ακόμα κι αν
ξυπόλυτος κι αλάνι τριγυρνά
στις πιάτσες
μ’ όλα τα βάσανα του κόσμου
στις πλάτες της πένας του.
Νίκος Μπατσικανής
---
Άκουσέ με
Μ’ αρέσει που γερνώ,
κι αφουγκράζομαι τον ήχο.
Άκου τ’ αστέρια με καλούν,
ζητάνε τα άγγιγμα μου.
Χθες κοιμήθηκα νωρίς,
μονάχος στο κατώφλι σου.
Αναζητώ της θλίψης το αντίδοτο,
στη νύχτα ξεκλειδώνει ο νους.
Η άνοιξη στην ψυχή,
παντοτινά φωλιάζει.
Γνέθω με τέχνη
τον μικρό μου εαυτό.
Ορίζω πως θα ενσαρκωθώ
δίπλα σου ξανά.
Μα τα μάτια κλείνουν,
μες τη σκοτεινιά.
Άκουσε με που διηγούμαι με στοργή
όλα τα όνειρα που έχτισα στη γη.
Σταύρος Μπρόλιας
----
Δύο τάνγκα
Ιούλη αυγή
κι ο κάμπος γητευτής
χορός στ' αλώνι.
Τα κλήματα μεστώνουν,
του Διόνυσου χατίρι.
***
Ρόδο της Ηούς
του Αλωνάρη ήλιος
χρώμα μοιράζει.
Ω! θάλασσα γητεύτρα
έρωτες μαγνητίζεις.
Αθανάσιος Νασιόπουλος
----
Ο κόκκινος δίσκος του ηλίου
Βαδίσαμε αργά προς το δείλι.
Τα σύννεφα χόρευαν στα πόδια μας
εμπόδιζαν το διάβα.
Ως πού θα πάμε, σε ρώτησα.
Ως τον κόκκινο δίσκο του ήλιου,
μου αποκρίθηκες.
Δεν προφταίνουμε, ανταπάντησα,
κρύβεται και χάθηκες στον ορίζοντα
προτού τη φράση αποσώσω.
Αύριο, πόσο ήθελα, αύριο
να κινούσαμε νωρίτερα… να μη δεχτώ
τη μάταιη πορεία μας προς τον ήλιο.
Φωτεινή Αζαμοπούλου
----
Πάνω απ’ τη γη…
'Πάνω απ' τη γη πετούσα
απόψε.
Τον πόνο είδα στα μάτια του
κόσμου...
Βία! Κυρίαρχη ολούθε, αγριεμένα
πρόσωπα
με όπλα φονικά!
Πόνος βαθύς ψυχής. Κλαίγαν τα
παιδιά.
Μανάδες απελπισμένα
εκλιπαρούσαν!..
Κι' εγώ, κοιτούσα, πονούσα, θρηνούσα
Τι μ' αυτό; μονάδα μες στο
ΟΛΟΝ!
Φόβος, θλίψη, πόνος, βία,
κυβερνούσαν ανεξέλεγκτα
σκληρά...
Πού είναι η ανθρωπιά;
Χριστίνα
Μυτιληναίου-Ιακωβίδου
----
Θα ψάχνω
Θα ψάχνω για δυο μάτια στην απόχρωση της
ελπίδας,
για δυο χείλη τριανταφυλλένια σαν από κήπο,
σαν από πρωτομαγιάς στεφάνι μαρτυρίου.
Και σαν σ' αγγίξω, ομορφιά μου πολυπόθητη,
κοίταξέ με ίσια στην καρδιά σαν αγάπη,
σαν άνθρωπο, σαν μια πέτρα που σκαλίστηκε
απ' το κύμα ,απ' την πίκρα
και έγινε αιώνια καλοσύνη.
Κώστας Βασιλάκος
----
Μανάδες
Τι κι αν τα χέρια σου είν’ ρόδα μαραμένα
και τα μαλλιά σου ανθισμένη μυγδαλιά,
η μάνα θα ‘σαι η γλυκιά πάντα για μένα,
χαράς και λύπης μου η στοργική φωλιά.
Τι κι αν το βήμα σου τη γη αργοπερνάει
και το κορμί σου το γερτό είναι κλαδί,
μέσα στα λόγια σου η αγάπη δεν γερνάει
κι η αγκαλιά σου θα κρατάει ένα παιδί.
Τι κι αν εγώ μια μάνα είμαι κι αγκαλιάζω
τα ανθισμένα τα δικά μου τα κλαδιά,
το ίδιο δάκρυ με το δάκρυ σου σταλάζω,
μ’ ίδια αγάπη τούς ποτίζω την καρδιά.
Κράτα το χέρι το δικό μου τώρα μόνο,
μικρό αντίδωρο στοργής που σου χρωστώ,
κι αν κάποια κύματα της μοίρας φέρνουν πόνο,
όπως και συ, τώρα κι εγώ θα μοιραστώ.
Και όταν κάποτε τη θέση σου θα πάρω
και το δικό σου μονοπάτι θα περνώ,
θα ‘χω τα λόγια σου στο διάβα μου για φάρο
και την εικόνα σου για άστρο φωτεινό.
Για ν’ αγναντεύουνε λιμάνι τα παιδιά μου,
κείνο π’ αγνάντευα κι απάγκιαζα κι εγώ
και στους ανθούς της γερασμένης μυγδαλιάς μου
πάνω ν’ αφήνουνε το χάδι τους τ’ αργό.
Αθανάσιος Τρίψας
----
Μία της φύσης
Μουσική
Τ’ ανέμου το χέρι ακούραστο
έπαιζε με της φύσης τα πλήκτρα
μουσικά θροΐσματα.
Ώσπου εκείνα χλόμιασαν
κι έπεσαν λιπόθυμα στη γη.
Περιμένουν την Άνοιξη
να πάει να τ’ αναστήσει
για ν’ ακούσει τ’ αγεριού τη μουσική.
Γιάννης Τσώλης
----
Στην Ελένη μου
Ο ήλιος έτρεχε γρήγορα
δεν τον προλαβαίναμε
και νυχτώναμε στο δρόμο
ευτυχώς μας φώτιζε το σεληνόφως
και συνεχίζαμε.
Τώρα που είν’ αργός ο ήλιος
εγώ είμαι νυχτισμένος
το σεληνόφως άφαντο
χαμένο στο σκοτάδι.
Την ευτυχία τη συνάντησα μικρός
τότε που αγάπησα κι αγαπήθηκα.
Και τη δυστυχία τώρα που μεγάλωσα
κι έχασα την αγάπη.
Αν δεν ήμουν άνθρωπος
θα ’θελα να ’μουν δέντρο καρποφόρο
για ν’ ανασταίνω κάθε Άνοιξη
τον Χειμώνα μου.
Γιάννης Τσώλης
----
Ψάχνω τα βράδια
ν' ανάψω το καντήλι
των φάρων
μέσα στα σπαράγματα του νου.
Φοράω το ρούχο της μοναξιάς
και σκυφτή κι αμίλητη
δωρίζω την φωνή μου
σ' εκείνους που θέλουν
να μένουν σιωπηλοί
σαν τους ίσκιους στην ακροθαλασσιά.
Ταξίδεψα μ' όλα τα καράβια
γυρεύοντας αυτούς που απόμειναν
με τα χέρια σταυρωμένα
μπροστά στο δρόμο της καταιγίδας
για να προφτάσουν τα μελλούμενα...
(Σ' όσους νοιώθουν να υπάρχουν μέσα σ' αυτό)
----
Αδιαφιλονίκητο νερό
Τώρα που ο ουρανός
στέρεψε στον ορίζοντα
και οι όρκοι μας μαράθηκαν,
πρέπει να φύγουμε.
Στην Πιστότητα των λόγων
με αδιαφιλονίκητο νερό
δύο νέους κήπους,
πρέπει να χτίσουμε
Άσε μόνο,
την λευκή κορδέλα
της παλιάς ανθοδέσμης
με χάδια να δένει
τους τοίχους που φύλαγαν.
Διψάνε για νερό οι όρκοι.
Να μην στέκουν σαν ξερά κορμιά
τα άδεια βάζα που γεμίζαμε άνθη.
Μαίρη Μπριλή
---
Μυτιλήνη
Μέσα στο Αιγαίο γεννιέσαι
Υπερήφανη κάθε μέρα ξυπνάς
Τόπος αγιασμένος απ’ του Θεού το χέρι
Ιωνίας αγνάντεμα στα μάτια σου
Λάμπουν τα κύματα κάτω από το φως
Ηλιαχτίδες χρυσίζουν τα λιόδεντρα
Νησί του έρωτα και του ονείρου
Η ψυχή μου φυλακίστηκε για πάντα στα κάστρα σου.
Φιλίτσα Πασσαλή
----
Έκαστος εφ’ ω ετάχθη
Την ξέρω καλά αυτή τη θάλασσα.
Ρηχή κι απάνεμη.
Την κολυμπούν, συνήθως, άνθρωποι που μου μοιάζουν.
Δειλοί και άτολμοι στα μακροβούτια και στις καταδύσεις.
Γεμίζουν τον γιαλό με κιβωτούς.
Ψάχνουν στο βάθος, με το βλέμμα, παραπλέοντα σκάφη.
Προτού βουτήξουν
δοκιμάζουν πάντα το νερό.
Όχι, δεν βγάζει στην Ιθάκη.
Στα βάθη της δεν αναδεύεται ναυάγιο κανένα.
Δεν έχει καν νερό αρμυρό.
Μόνο,
μόνο που γίνομαι καμιά φορά ποτάμι
κι αυτή ταμιευτήρας μου,
κι όταν με πνίγουν οι όχθες μου οι στενές
της παραδίνομαι, κυλάω στα σπλάχνα της,
ανακατεύομαι με τα νερά της.
Γίνομαι κύμα,
και σπρώχνω τα σκαριά
για μακρινά, ανεξερεύνητα πελάγη.
Την ξέρω καλά αυτή τη θάλασσα.
Άλλους τους έλαχε να την τροφοδοτούν
και άλλους να την αρμενίζουν.
Την ξέρω καλά.
Κι αυτή θαρρώ, καλά με ξέρει.
Βαρβάρα Χριστιά
---
Πανσέληνος
Είναι χαρούμενη απόψε.
Φόρεσε το ασημένιο λαμπερό φόρεμά της
και βγήκε για χορό.
Την καλή της διάθεση
τη σκορπάει σε όλους.
Αρχίζει να λικνίζεται
στους ρυθμούς μιας υπερκόσμιας μπάντας.
Χιλιάδες μάτια με δέος την κοιτούν
καθώς απλόχερα με την ομορφιά της
βάφει ασημένια
την πλατιά γαληνεμένη θάλασσα.
Σταματία Μωραΐτη
---
Αχ, Πατρίδα μου
Τόπος Άγιος
Ηλιοστάλακτος.
Άνθος ευωδιαστό.
Υπεργήϊνο Άστρο Λαμπρό.
Γη Προσκυνήματος.
Και Φιλοξενίας.
Της Ψυχής μου άρτος επιούσιος.
Και όμως
Γλυκύτατη χώρα μου
Σε Πυρπολούν
Σε Λεηλατούν
Σε Βεβηλώνουν.
Ύψωσε το Ανάστημά σου Ελλάδα μου
Τιμώρησε τους καταστροφείς σου.
Βοήθησον Κύριε.
Θεοδώρα Κουφοπούλου-Ηλιοπούλου
----
Δρόμοι στενοί
Δρόμοι στενοί
που δε χωρούν τα δειλινά
μα ούτε το ξημέρωμα.
Γκρίζα αποτυπώματα του
χρόνου,
μνήμη που θέλει να ξεχνά,
διαδρομές προς ένα τέλος
ανύπαρκτο,
συμπόνια για τις μεγάλες
πληγές της ήττας.
Σιωπή βαθιά τα παραθύρια,
τα βήματα μοναχικά τα
λόγια λιγοστά,
ο πόνος σκάβει ύπουλα τα
σώματα.
Δρόμοι με την προσδοκία
της συνάντησης,
με τη λαχτάρα του ερχομού,
με τα απύθμενα βλέμματα
πίσω από τις νύχτες.
Δρόμοι όπου αφήσαμε τις
ζωές μας
και παίξαμε στα ζάρια τις τύχες μας.
Ιωάννα
Αθανασιάδου
----
Η Ρηνιώ
Πως ένα κι ένα κάνουνε δυο,
τα γράμματα πως κάνουν τη νια, τον νιο,
να μας τα μάθουν θέλαν με το στανιό,
σ’ εμένα, δυο τρεις άλλους και στη Ρηνιώ.
Τά ’παιρνε αέρας, να πάρει η οργή,
εμείς τ’ αλέτρι κλέβαμε του Γιωργή,
ζεμένοι στον ζυγό του, έτρεμ’ η γη,
γεια σας καλαμαράδες μας αρχηγοί.
Καθ’ ένας τώρα παιδί κολίγα,
τα φέρνει βόλτα και με τα λίγα,
η γη μας δίδει χαρά κι ελπίδα,
τούτο τον τόπο λέμε πατρίδα.
Ελιές, αμπέλια, σπαρτά κι αλώνι,
εδώ κι η Δήμητρα κι η Περσεφόνη,
ο γεροδάσκαλος πια δεν μαλώνει,
μας βλέπει τώρα και καμαρώνει.
Και μιαν ημέρα του Αλωνάρη,
να κι η Ρηνιώ με σείσμα και χάρη!
Της είπα, αν θέλει, άντρα ας με πάρει.
Είσαι αγράμματος, μου ’πε, χαρτί καλαμάρι.
Μανώλης Λυκάκης
---
Αστερισμός
Αντίκρισε
μια γοητευτική χώρα
τη
χώρα της αγάπης.
Φώναξε
με χαρά την ψυχή
ν’
ανέβουν ψηλά σ’ ένα εξώστη
κι
από κει να κοιτάζουν.
Ανέβηκαν
ψηλά και κοίταζαν
σε
ατέλειωτους δρόμους
χρυσά
να τρέχουν όνειρα
όνειρα
που έγιναν μόνο
με
ένα άγγιγμα βλεμμάτων.
Ώρες
γλυκές
αγαπημένες
ώρες
μνήμες
βιολετιές
τη
χώρα αυτή φυλάξετε
με
την ευχή αστερισμός να γίνει.
Σταυρούλα Καμαρινοπούλου-Σακαβέλη
---
Η Μάνα εκοιμήθει.
Τρέξτε στις πλατείες
και στους δρόμους τους
σκοτεινούς
και πείτε σε όλους τους
φτωχούς
και τους κατατρεγμένους,
«η Μάνα εκοιμήθει»
Πάτε στα δάση, πάτε στους
αγρούς
και ψιθυρίστε να τα’
ακούσει
η καμένη γη κι όλα τα
πλάσματά της,
«η Μάνα εκοιμήθει»
Τρέξτε στην Κύπρο, πάτε
στη Σμύρνη,
σταθείτε πάνω στην έρημη
πια Ουκρανία
και ουρλιάξτε ν’ ακούσουν
πως,
«η Μάνα εκοιμηθεί»
Βρείτε αρρώστους
κι απ’ το σαράκι
εξαντλημένους,
ψάξτε τις πόρνες, γυναίκες
μόνες,
πια σκοτωμένες και
μαρτυρήστε πως,
«η Μάνα εκοιμήθει»
Βρείτε τις μάνες που στο
Αιγαίο ψάχνουν
και νανουρίζουν τα μωρά
τους
και μην τους πείτε πως,
«η Μάνα εκοιμήθει»
Κατανυκτικά...
Μια ανάσα στα χείλη
γεννιέται,
μια ελπίδα σιμά μου
ανθίζει,
κάθε που σε συλλογιέμαι
και σου κρυφομιλώ.
Στην απαλάμη κάθε μάνας,
στον μυρωμένο με γάλα
κόρφο
μια Παναγιά αναπαύεται και
μας φυλά.
Σταυρούλα
Δεκούλου
---
Ειρήνη να φέρεις, φεγγάρι
Μακάρι να ήμασταν αιώνια ζωντανοί
για να μεθύσουμε με όλα τα φεγγάρια
που αγκαλιάζουν και καρπίζουνε τη Γη
και ξελογιάζουνε θεούς, πουλιά και ψάρια!
Φεγγάρι ολόγιομο, τρυπώνεις σαν παιδί
να κλέψεις όνειρα, ερωτόλογα και χάδια
κι ύστερα κρύβεσαι απ’ τον ήλιο το πρωί
για να γυρίσεις βασιλιάς μες στα σκοτάδια.
Μακάρι να έφερνες ειρήνη, όμως, παντού,
να διαλύσεις το κακό και τους πολέμους
να γίνεις στέφανο του νέου πολιτισμού,
που θα σκορπίσει μόνο αγάπης πια, ανέμους.
Τίνα Βρεττάκη-Δάβου
----
"Σκοτώσαμε την Τροία για κάποια Ελένη, φώτισε η
νύχτα από τις φωτιές μας/ ό,τι αφήσαμε πίσω ήταν μόνο νεκροί, ακόμα κι ο
Αχιλλέας στα πόδια της Περσεφόνης έστεκε/ δεν ξέρω αν γυρίσω στην Ιθάκη ξανά,
τόσο αίμα πνίγει τα όνειρά μου και μου κρύβει το δρόμο/ είναι ασήμαντο αν με
σκοτώσει ο Ποσειδώνας ή τα κύματα, συνήθισα πια την απώλεια/ έχω χάσει την ψυχή
μου, κάπου εκεί γυρίζει, όσο θάβει τον χρυσό στις λάσπες/ κι ό,τι φως έμεινε
για ελπίδα, το ξεσκεπάζω και το αφήνω να φύγει μόνο του, ελεύθερο/ ίσως το βρει
ταξιδιώτης, να του δείξει το σωστό δρόμο μακριά μας."
Γιάννης Βέλλης
----
Η
κεντήστρα
Μάνα, τα όσα μου ’λεγες ονείρατα πομείναν
αέρας ήτανε, θαρρώ, αέρας στα μουντάνια
κι εγώ σου γροίκου, μάνα μου κι ήμνωγα στσι βουλές σου:
-Κόρη μου, κέντα κι όπου γιας θα να ’ρθει ο καλός σου,
άρχοντας θα’ναι φουμιστός, σάξε χρυσό το ξόμπλι
να του το στρώσεις να πατεί και να σε μπεγιεντίζει
κι εκείνος τα χεράκια σου, φλουριά θα τα γεμώσει.
Βάνε κλωστή χρυσοκλωστή, μπρισίμι ασημένιο
πλέξε ντου κάπα τσ’αρχοντιάς μα ρήγησσα θα σ’έχει
γιατί ’χεις μάλαμα καρδιά, νεραϊδισένια κάλλη
κι είν’η σπουδή σου, κόρη μου, σαν ποταμού το ρέμα
που συρματεί γοργά γοργά στης ανυδριάς την ξέρα.
-Μάνα μου όσα μου ’λεγες ψοματινά ’ταν λόγια
κι ήρθ’ ο καλός μου κουρελής και κακομοιριασμένος
και ήδωκά ντου τα προυκιά που του ’χα φυλαμένα
του’δωκα τα μαλάματα μέσα ’πο την καρδιά μου
φτωχός κι αν ήταν, μάνα μου, άρχοντα τονε εθώρου
μα κείνος ο μυργιόκακος μ’ είχε του πεταμάτου.
κι όσα στα χέρια του’διδα, όλα τα πέτα χάμαι.
Μάνα μου, όσες ομορφιές και ξόμπλια και άλλα λούσα
δε πιάνου τόπο, δε φελού. Τυφλή ’ν’ η μοίρα κι άδικη.
και ξόμπλι δε γνωρίζει.
Άννα, Τακάκη
---
Σκέψεις τ' απόβραδου
Καλοκαιράκι να 'σουνα
δυο τρεις φορές το χρόνο,
κι εσύ χειμώνα παγερέ
μια εβδομάδα μόνο!
Να ήτανε η θάλασσα
'πο κάτω απ' την αυλή μου,
μες στα γαλάζια της νερά
ν' αφήνω το κορμί μου.
Θα ’θελα να 'χα δυο ζωές
στον κόσμο αυτό να ζήσω,
και να μη νιώθω τον καημό
ώσπου να ξεψυχήσω.
Ν' αγνάντευα τα όμορφα
του τόπου μας πετράδια,
με μία σκούνα κάτασπρη
να γύριζα τα βράδια!
Ποιος ξέρει αλήθεια να μου πει
τι κρύβει το 'κουτί' μας,
κι αν η ελπίδα εσαεί
θα βρίσκεται μαζί μας;
Χρυσούλα
Πλοκαμάκη
----
Όνειρα κι αγκαλιές
όλα βαθιά ενωμένα.
Δεν ξεχώρισα ποτέ
την αγκαλιά από το όνειρο.
Κι αγαπούσα…
Και χαμογελούσα…
Κι έκλαιγα…
Κι ήμουν ένας μικρός
άνθρωπος.
Άννα Φιλιώτου
---
Περιπέτειες
Σαν με πιάνουμε οι πόνοι
παίρνω το μικρό μου πόνι
και μ’ αυτό πάω καβάλα
στην πανέμορφη Καβάλα,
όπου έχω μία θεία
που ασχολείται με τα θεία.
Σαν τα χρόνια της μετρώ
πάμπολλα, σαν του… μετρό.
Σαν εξ ουρανού είναι μάνα
και την αγαπώ σαν μάνα.
Σε αρτοποιείο ζει μόνη
και νυχθημερόν ζυμώνει,
το ψωμί πουλά ευρέως
και πλουτίζει σαν Εβραίος.
Στα βοτάνια έχει πείρα,
απ’ αυτήν ίαση πήρα
και ενώ ήμουνα δράμα
έγιανα και πήγα Δράμα.
Έμαθα να παίζω πιάνο,
στον αέρα πουλιά πιάνω,
μα, επειδή έμεινα χήρος,
ζω ο δυστυχής σαν χοίρος.
Τέλος πήγα στην Έδεσσαν,
όπου γερά με έδεσαν!
Λευτέρης Μουφτόγλου
Μία πολύ δύσκολη ομοιοκαταληξία, όπου
ομοιοκαταληκτούν πλήρως λέξεις με
διαφορετική σημασία.
---
Κοινωνική
παθογένεια
Οι λέξεις γίνονται καρφιά.
Τα χέρια μας σφυριά.
Μπορούμε και συνεχίζουμε
να Σταυρώνουμε.
Η Ανάσταση μας αποστρέφεται.
Γωγώ Θ. Μπελεκούκια
---
Η χαρά
Είμαι η χαρά
Αστραφτερή περιφέρομαι
Χορεύω στις κορφές των λουλουδιών
Στις πλαγιές των Ανέμων
Ακολουθώ
τις αποχρώσεις της μέρας σου.
Γίνομαι
ήλιος
Γίνομαι
βροχή
Γίνομαι
θάλασσα…
Τις
νύχτες διεισδύω στα πέπλα σου
Αγγίζω
χορδές της ψυχής σου
Η
μελωδία τ’ ονείρου σου γίνομαι
Γλιστρώ
στη λάμψη των αστερισμών
Στην
αφθονία τ’ απείρου
Και
την αυγή
Σου
προσφέρω ολάνθιστη Άνοιξη.
Λοιπόν,
θα με χαρείς;
Επιλέγεις;
Βασιλική Εργαζάκη
---
Το
κερί
Στο εκκλησάκι το μικρό
άναψα ένα κεράκι
ζήτησα ευλογία,
δώρο από την Μεγαλόχαρη.
Η φλόγα που δανείστηκα
απ’ το διπλανό κεράκι
και με λαχτάρα ορκίστηκα
να ’χω τυχερό μονοπάτι.
Η σπάραξη της ψυχής
το άγγιγμα αυτό
η προσμονή μιας ευχής
το αίνιγμα καυτό.
Ηρεμία ένιωσα μοναδική
και λύτρωση έζησα εκστατική.
Η φλόγα εκεί άναψε αχνά
μου έφεγγε εκεί κοντά
σαν σημάδι τρεμόπαιζε συχνά
πως θα γίνει το θέλημα σιμά.
Ένα μόνο κεράκι έχει δύναμη πολύ
και σαν ραβασάκι η Παναγιά μεσολαβεί.
Κατερίνα
Ραμανδάνη
----
Πρωινός καφές και κους-κους
Στις οκτώ παρά είκοσι,
με την τσίμπλα στο τσίνορο
το κους-κους στη μασχάλη,
η Μαρία κι' η Δήμητρα,
Κασσελάκη και Tyler
στη Συγγρού πεντοζάλη.
Κολλητές απ' τα δέκα τους,
στο σχολείο αρραβώνιαζαν
μαρκαδόρο - ετικέτα ,
το σβηστήρι κουμπάρος τους ,
για ταξίδι του μέλιτος
πρωινό στην Κινέττα.
Καλοκαίρι , φθινόπωρο,
στο καφέ " Το ανέκδοτο "
διαζευγμένους μετρούσαν,
στα πενήντα τους άγαμες,
μ' ένα look ανοιξιάτικο
μαργαρίτες μαδούσαν .
Έλενα Απέργη
---
Τα κρυστάλλινα δάκρυα
Μην αυταπατάσαι
τα δάκρυά σου
δεν είναι κρυστάλλινα
Δεν είναι των κρυστάλλων
αντάξια
Δεν φέγγουν
στο σκοτάδι ήλιοι
όταν χαίρονται
ή λυπούνται
Αριστοτέλης Φράγκος
---
Ανεμοτρύγα τα όνειρα
αυτά που γεμίζουν
γραμμές τον ορίζοντα
που γίνονται άστρα φωτεινά
στις σκοτεινές γωνίες της πόλης.
Τι άλλο σού μείνε;
Να πιεις τον χυμό
να μεθύσεις!
Χρύσα Καράγκου
----
Σταυρός, λιμήν
αχείμαστος
Σαν
βλέπεις τον βασιλικό
να
λάμπει, να μυρίζει,
να
‘ναι πλατύς, ολόγιομος,
παντού
να λαμπυρίζει,
να
ξέρεις, είναι του Σταυρού,
θυσίας
Του σφραγίδα.
Σταυρός,
αλεξιτήριον αιώνιας κατάρας,
σύμβολο
τόσο ιερό
αχείμαστης
αγάπης,
ενώνει
Ουρανό με Γη
τ’
ανθρώπου τ’ άγια πλάτη
και
στέφει εκεί περήφανα,
«αιώνια
σφραγίδα»,
-σωτήριο
όργανο- σταλθέν,
την
άγια μας «πατρίδα».
Δεν
είναι έτσι κόσμημα,
χωρίς
ψυχής φροντίδα,
με
πίστη ενδυναμώνεται
και
γίνεται ασπίδα.
Και
στέκει εκεί, αγέρωχος
πάντα
να μας θυμίζει πώς,
δικό
μας είν’ το μέλημα,
όλες
μας να ΄ν’ οι πράξεις
όπως
ο Ουρανός κι η Γη,
δεξά
μας και ζερβά μας,
να
ενώνονται όλα μαζί
βαθειά
μέσ’ την καρδιά μας.
Όλγα Αχειμάστου
---
Ελπίδα μακρινή
Κι είναι η ζωή μου ένα νησί
στα κύματα αφημένο
και την χτυπούν οι κεραυνοί
σε πέλαο αφρισμένο.
Οι ουρανοί μου σκοτεινοί
κι οι φόροι μου σβησμένοι
αι η καταιγίδα δεν αργεί.
Το ουράνιο τόξο να φανεί
προσμένω κι απαντέχω,
κι είσαι ελπίδα μακρινή
που στην ψυχή μου έχω.
Ντίνος
Κουμπάτης
----
Ψωμί για όλους
Είχαμε
πει να τελείωσαν το γυμνάσιο.
Σπουδαίος
άθλος.
Μετά
να πάρουν το πτυχίο, μεγαλείο!
Ύστερα
γίνανε πολλοί με πτυχία.
Τώρα
λένε πάρε μεταπτυχιακό,
μα
κι αυτά τα καταφέρνουν κι άλλοι.
Χμ!
υπάρχει κι άλλο, για γόνο ιδιαίτερο ξεχωριστό.
Ανθρώπινα
δικαιώματα…
Κανείς
δεν μπόρεσε να πει ψωμί για όλους!
Μια
θέση για όλους και όχι,
στην
πλαστικότητα και στα αζήτητα…
Σε
λίγο θα κλείσουν πάλι οι δρόμοι,
στην
Αθήνα από διαδηλωτές.
Έρχονται
απεργίες απανωτές.
Είναι
η αιώνια πάλη των τάξεων.
Τα
αίτια είναι βαθιά…
Οι
ρίζες του κακού,
κόβονται
μόνο επιφανειακά.
Έχει
χυθεί πολύ αίμα…
Μαρία Σ. Άνθη
---
Νεροκότσυφας
Απόμακρη
και απροσέγγιστη
η
μοναδική του αγάπη.
Διαλεχτό
δεντρί,
άγριο
κι αγκαθωτό,
το
στερνό του σπιτικό,
αγκαλιά
με σουβλερό αγκάθι
στο
μέρος της καρδιάς!
Καθώς
μελωδάει κύκνεια,
σφίγγει
κατάστηθα το αγκάθι-σπαθί
και
σουβλίζει την πικραμένη του καρδιά!
Αργοσβήνει
περήφανος/.
Κλήβαντας,
η
άσβεστη φλόγα της αγάπης.
Ιωάννης Νικ. Καλιντζόγλου
---
Εφηρμοσμένη
ποίηση
Έκοψα
λεπτή φέτα πεπονιού
ως
σελήνη παρθενική ημερών.
Άγουρη,
κιτρινωπή, ατίθαση
σφράγισε
τέλεια το στόμα σου
Ιχνηλάτης
ωραίων οχημάτων
ισοδιαίρεσα
τη ρώγα σταφυλιού.
Ξανθή,
ζεστή, την αντιπαρέβαλα
με
τις φορτισμένες σου θηλές
Κωπηλάτης
ακριβών ονείρων
απροσανατόλιστος
Οδυσσέας.
Πυξίδα
μου η αστροφεγγιά σου
κατέφυγα
ευλίμενό σου κόλπο.
Χρίστος Κοντοβουνήσιος
---
Μίαν ανάμνηση
θα ζω
Απόψε,
θα ’ρθούνε πάλι να με βρουν
οι
χαμένες μέσ’ το άλλοτες ελπίδες.
Θα
’ρθούν, κι αντίκρυ μου θα φανούν
κάποιες
μέρες γελαστές, αλκυονίδες.
Έχω
ροδοπέταλα γι’ αυτές κρατήσει
μ’
άρωμα αβρό και χάρ’ εκστατική
κι
όταν βιαστικά η Άνοιξη μ’ αφήσει
μιαν
ανάμνηση θα ζω, μοναδική.
Απόψε
, τ’ άστρα όλα μου χαμογελούν
και
το σκοτάδι ονείρατα υφαίνει.
Χέρι-χέρι
οι ώρες μου μαζί κυλούν
στο
λυκόφως, που τη χαρά μου φέρνει.
Αλεξάνδρα Βαΐτση-Βάκρου
---
Θ’ ανοίξω
το ν της άνοιξης,
να ευωδιάσει
απ’ την παρουσία σου,
και στο μ της μοναξιάς
αναρριχητικό θα φυτέψω,
συντροφιά να της κάνει.
Γιάννης Ανδρουλιδάκης
----
Οι άναρθρες
κραυγές
γίνανε έναρθροι ήχοι,
φθόγγοι και λέξεις.
Έτσι το «σ’ αγαπώ»
ψιθυρίστηκε
πρωτόπλαστο, τρυφερό
και ηδονισμένο.
Γιάννης Ανδρουλιδάκης
----
Μάτι
Τα τάλαντα των συγκυριών
έκαναν βαθύπλουτους τους πόνους.
Γέμισαν οι τσέπες απ’ τις καρδιές,
ξεχείλισαν.
Βάρυναν τόσο οι ψυχές,
βυθίστηκαν,
βυθίστηκαν στο βάθος μιας αβύσσου.
Μαύρισαν όλα,
μαύρισαν, μόλις σε στιγμές.
Έσβησαν απ’ τον χάρτη περιοχές
κι απ’ όλα όσα ξέρω λεξικά,
το κάθε λήμμα,
κάθε που σήμαινε «χαρά»
Αποκαΐδια.
Χρυσάνθη Μουζακίτου
---
Νιόβγαλτες πεταλούδες σμήνος,
χαίρονται το χορό του πρώτου τους πετάγματος,
κι οι λέξεις σύνεση, σωφροσύνη, φροντίδα,
στον νου χαράζουνε τη φράση:
«Σαν είσαι έτοιμος ξεκίνα»
Τούτη η αναζήτηση σε θέλει ασχόλιαρο
γυμνό αναγυρευτή,
μ’ ολόρθη την κεραία των αισθήσεων
και με το νου ανοιχτό.
Αθανάσιος Αγγέλου
---
Για μη
συμβαλλομένους
Αφενός μεν
εις , έκαστος
και πάντες έχοντες
και κατέχοντες τίτλους πολέμου,
που ενεργούν που συναινούν,
ως νόμιμοι εκπρόσωποι
εν προκειμένω…
Αφετέρου δε,
έχουσα και εφάπαξ
κατέχουσα
η «Ειρήνη» τον «Πλούτο»
που ενεργούν, θα συναινούν,
ως μόνιμοι εκπρόσωποι
εν προκειμένω…
Προς πίστωσιν αυτών,
ναι συμφωνούν για το παρόν,
μα στο παρόν διαφωνούν
με συμφωνούντες.
Βενετία Σιώντα
---
1.- Μια φυσαλίδα
Στον αφρό του κύματος, απομεινάρι
Μια φυσαλίδα έσπασε στον ήλιο,
Τον εαυτό της όλο παραδίνοντας
Στου πελάου τη γνώριμη αγκαλιά.
2.- Το κάλεσμα
Περάσανε γενιές ανθρώπων,
Διασχίζοντας προκαθορισμένες τροχιές,
Μα πάντα, ήταν ίδιο το κάλεσμα
Σάλπισμα στρατιώτη, λίγο πριν απ’ τη μάχη.
Παρασκευή Κωστοπέτρου
---
Προσμένοντας εφηβικά όνειρα
Ήταν τότε που δεν έντυνα με σκιές
των βυθών την πολύχρωμη διαφάνεια
που φτερά σαν των γλάρων αναζητούσα
απ’ άκρη σ’ άκρη να δρασκελίσω το πέλαγος
ψάχνοντας για αμύθητα φιλιά
Τώρα στην κουπαστή ναυαγισμένης βάρκας
προσμένω σε όνειρο σαν τα εφηβικά
αυτή που χρόνια με ξεχνά
Να ’ρθει ν’ ανοίξει με το χαμόγελό της
τη μαύρη νύχτα.
Γιώργος Άλμης
---
Επιγράμματα
1
Η ποίηση είναι λέξεις
τα λόγια είναι οίηση
2
«Αι δε περισσαί φροντίδες
ανθρώποις ου βίος, αλλά πόνος»
Να ζητάς πολλά κι ολοένα περισσότερα
Τελειωμό δεν έχει ούτ’ ανάπαψη
Πού ζωή να χαρείς;
Ένα βάσανο είναι
Ιωάννης Παπαδασκαλόπουλος
---
Χαϊκού
Πόσα λουλούδια
της άνοιξης στολίδια!
Όμορφος κόσμος.
***
Χρωματισμένες
σκιές λαμποκοπάνε
χαρές ηλίου.
***
Δυο αστεράκια
με λαμπερές φορεσιές
νύχτα φωτίζουν.
Ολυμπία Κανιώτη
----
Μια σελίδα
για τις φωτιές και τις πλημμύρες
Άτιτλο
Σήμερα θρηνούν οι Βαβυλώνες
που χάνονται..
Οι Βαβυλώνες που κατασπαράσσονται...
Δεν μένει τίποτε άλλο από στάχτες
και ψυχές που νεκρώνουν μέρα με την μέρα..
νύχτα με την νύχτα..
Αγάλματα ακρωτηριασμένα..
Κάθε κενό λεπτό προς την αιωνιότητα .
Κατακρήμνιση Ηθών..
Πόσα σκοτάδια να ψάξουν το φως...
Πόσες καρδιές να αντέξουν τέτοιο πόνο..
Τα ιερά ελάφια της Άρτεμης..
Οι περήφανοι αετοί του Δία...
Τα σοφά φτερά της Αθηνάς ..
Τ' ακούς που ουρλιάζουν;;
Θα σε στοιχειώνουν για πάντα..
Ο Άδης δεν είναι μακριά..
Ζήλεψε το βαθύ κόκκινο της φωτιάς ..
Τον ύμνο των απεγνωσμένων Δρυίδων
Την απόκοσμη ηχω των αρχαίων ψυχών..
-Κείτονται τώρα νεκρά -
Ασάλευτα-
Όπως κυλούν τα δάκρυα βουβά
Εσένα άνθρωπε..
που κοιτάζεις ..
ανήμπορος την μοίρα σου να αλλάξεις ..
Το πεπρωμένο του κόσμου ..
ατελεύτητο..
άγνωστο.
ζοφερό..
Τράγων Ωδή ..
Θεών οιμωγή..
Φωνή ολέθρου . .
ΟΙΜΩΓΗ
Αντώνης Φιλιππαίος
---
Τα ποτάμια της οργής
Ακούς την κραιπάλη της άοπλης νύχτας,
της γης τα μεθυσμένα οινοπνεύματα,
του ουρανού τα κρυφά μαχαιρώματα,
την κυκλοθυμία των στιγμών;
Όλα, χειμαρρώδους έκτασης περιστατικά
σε στήθος αιμοδιψούς μερονυχτιού είναι.
Τα κατέγραψα σαν δυνατή καμουτσιά
σε καπούλια ήμερου ζώου,
κραυγή λαβωμένου πουλιού
σε κυλιόμενα σύρματα, οργή νέου δεντριού
που του κλέβουν την καρποφορία
τα ποτάμια της οργής.
Σαν τι να περιμένουν απ’ την οξειδωμένη
τροχιά του εικοσιτετράωρου,
απ’ την θολή μνήμη των νερών;
Στο ξέσπασμα της φύσης εγώ,
μετατρέπω το θυμό του νερού σε ποιήματα.
Αλήθεια, πόσα μπορούν να σώσουν
κάποιοι στίχοι, χιλιάδες προσευχές;
Ειλικρινά δεν ξέρω, αλλά ελπίζω...
Φωτεινή Γεωργαντάκη-Ψυχογιού
---
Νύχτα Αυγούστου
Λαμπάδιασαν
των αστεριών τα μισοφόρια!
Ασβεστωμένα τα κονάκια των Θεών
και στων ανθρώπων τις αυλές,
μεθά ο νους,
απ' το μεδούλι
των κεχριμπαρένιων σταφυλιών!
Κι όπως βαδίζ' η νύχτα νυσταγμένη,
στα δώματά της για να ξαποστάσει,
στάζουν ροδόσταμο τα χείλη της Ηούς
στις όχθες του μεγάλου Ωκεανού!
Την ώρα τούτη την Αγία που χαράζει
κι η Κτίση μέσ’ στο λυκαυγές,
τον Πλάστη της Ορίζει:
Μνήσθητί μου Αγάπη...
Κόψε δυο λουρίδες φεγγάρι
κι απίθωσέ τες στο λευκό μου
μαξιλάρι.
Να πιαστώ
Να μη σε χάσω...
Τι άλλος ένας Αύγουστος τελειώνει...
Μνήσθητί μου Αγάπη...
Κατερίνα Πήττα
---
Φύλακας πόνος…
Στις Καταστροφικές Πυρκαγιές
Και Στις Ματωμένες Ψυχές Του ΙΟΥΛΙΟΥ Του 2023.
Φύλακας πόνος πικροφόρεσε
τ΄ άγρυπνο νυχτοπάτημα του κόσμου
κι΄ η μνήμη του σα φτερωτή στα μάτια,
κρέμασε στον ώμο τον αιώνιο θύλακα.
Σκορπάει ο ουρανός τέφρα και στάχτη,
χρόνους κι’ αντίχρονους πάλι μοιράζει,
σα καλαμιά στης γης το μαυσωλείο
διστακτικά κυκλάμινα στα χείλη.
Κώστας Καρούσος
Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2023
Σάββατο 17 Ιουνίου 2023
Τρίτη 30 Μαΐου 2023
Ο Καραγκιόζης και τα Αρχαία Ρητά
Συγγραφέας: Νίκος Μίχαλος
Καραγκιόζης: Καλημέρα παιδιά μου! Σήμερα θα πούμε και θα εξηγήσουμε μερικά αρχαία ρητά, που είναι σοφά και διδακτικά. Εγώ θα λέω το ρητό στα αρχαία και εσείς θα το μεταφράζετε.
Κοκοβιός: Δεν γίνεται μπαμπάκο, γιατί δεν ξέρουμε αρχαία ελληνικά.
Καραγκιόζης: Τότε θα λέτε με δικά σας λόγια ό,τι καταλαβαίνετε, εντάξει;
Πιτσικόκος: Οκέυ ντάντυ!
Καραγκιόζης: Το οκέυ ρε βλαμμένο, στην Ελλάδα είμαστε! Θα λες «είμαι μέσα». Αρχίζω: «Δωσ’ μοι πας τω και ταν γαν κινήσω», τι θέλει να πει;
Κοκοβιός: Θα πει «δως μου παστό να το τηγανίσω».
Καραγκιόζης: Πάλι το νου σας στο φαί τον έχετε. Μεγάλε, λέγε εσύ, το ρητό λέει «παν μέτρον άριστον», τι θα πει;
Κολλητήρης: Θα πει «πάω με μετρό στην Κάρυστο».
Καραγκιόζης: Για σοβαρευτείτε, γιατί θα πέσει αγία ράβδος! Λοιπόν, το επόμενο «χρόνου φείδου».
Πιτσικόκος: Αυτό θα πει «του χρόνου ο φιδές».
Καραγκιόζης: Πάλι στο φαί ο νους σας. Το επόμενο λέει «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα».
Κολλητήρης: Εύκολο είναι, «μια γίδα, μα ποια γίδα».
Καραγκιόζης: Ας μη μιλήσω. Το επόμενο λέει «γηράσκω αεί διδασκόμενος», δηλαδή;
Κοκοβιός: Θα πει «γέρασα και μυαλό δεν έβαλα».
Καραγκιόζης: Ούτε θα βάλεις ποτέ σου! Το επόμενο «τα εν οίκω μη εν δήμω».
Κοκοβιός: Θα πει «το σπίτι μου δεν το δίνω στον δήμο».
Καραγκιόζης: Όχι, θα πει πως ό,τι λέμε σπίτι να μη τα λέμε έξω, δηλαδή θα λέμε ότι πεινάμε, αλλά σιγά, να μην τ’ ακούνε έξω. Και το τελευταίο «ουδέν κακό αμιγές καλού»,. Τι θα πει μικρέ;
Πιτσικόκος: Θα πει ότι το κακό δεν γίνεται να είναι καλό.
Καραγκιόζης: Και τώρα θα σας πω το τελευταίο και τέρμα για σήμερα. Λοιπόν, το ρητό λέει «μηδέν άγαν», που θα πει μικρέ Πιτσικόκο;
Πιτσικόκος: Θα πει «δεν βρήκαν, δεν φάγαν».
Καραγκιόζης: Ούτε εμείς τρώμε, αλλά κάποιοι λένε ότι «ο λαός θέλει μόνο άρτο και θεάματα». Όμως εμείς, ούτε άρτο έχουμε, ούτε θεάματα. Μόνο στο σαράι έχει φαί και για θέαμα έχουμε τον Βεληγκέκα, που τον βλέπουμε κάθε μέρα.
Κοκοβιός: Μπαμπάκο, ξέρω κι εγώ ένα αρχαίο ρητό.
Καραγκιόζης: Μπράβο παιδί μου. Και ποιο είναι αυτό;
Κοκοβιός: Είναι αυτό που λέει «μηδένα πριν παρεξήγα καθάρισε». Το έλεγε ο Σταύρακας και το άκουσα κι εγώ.
Καραγκιόζης: Όμως δεν είναι έτσι. Το σωστό είναι «μηδένα προ του τέλους μακάριζε», δηλαδή οποιανού μέλλει να πνιγεί, ποτέ του δεν πεθαίνει. Και τώρα…. Έτοιμοι, εμπρός μαρς για την βίλα (παράγκα) και όχι πολλά έξω, γιατί κυκλοφορεί ένα ζουζούνι, που ήρθε από την Κορώνη και το λένε Κορωνιό, κι αν σου μπει στη μύτη, δε βγαίνει με τίποτα. Γι’ αυτό στη μύτη μπαμπάκι και στο στόμα μαντηλάκι. Το βήξιμο απαγορεύεται. Εδώ το μορφωτικό μάθημα τελείωσε. Καληνύχτα και όσοι βήχουν, να μην έρθουν αύριο στην παράσταση! Εκτός από τον μπάρμπα μου, που με τα γκλίτσα θα κάνει το κακό ζουζούνι μπλε-μαρέν! N. M.
Τρίτη 28 Μαρτίου 2023
ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ του τεύχους Νο 84 του ΚΕΛΑΙΝΩ
Αγέλαστος
πέτρα
Στην Ιερά Οδό,
Μαζί με τους αιώνες
Περπάτησα κι εγώ,
Ακολουθώντας την πομπή
Προς το Ναό, στο Τελεστήριο
Να μπω, να μάθω,
Στα μυστήρια να μυηθώ.
Ως το κρηπίδωμα των προπυλαίων
Κατάφερα να φτάσω,
Μα μες στον κύριο Ναό
Δεν μ’ άφησαν να μπω
Οι Ιεροφάντες.
Ακόμα κι ως αμύητο
Δε με δεχτήκαν
Στο ιερό το Τελεστήριο
Τον Ορφικό τον Ύμνο
Στην Περσεφόνη
Για ν’ ακούσω.
Στης Ιεράς Οδού το τέρμα,
Στο Σπήλαιο, στην είσοδο του Άδη,
Στο Πλουτώνιο,
Δεν μ’ άφησαν να φτάσω
Και στην Αγέλαστο την πέτρα
Να καθήσω,
Για να θρηνήσω την αρπαγή
Της Άνοιξης,
Της Περσεφόνης χώρας μου,
Που μου ’δινε τη δύναμη
Να υπάρχω και να προχωρώ.
Τώρα, ο θρήνος μου
Γίνεται βόγγος, μακριά
Απ’ την Αγέλαστο την πέτρα…
Θανάσης Φροντιστής
---
Ανακοίνωση
Ενισχύστε το ΚΕΛΑΙΝΩ
με ό,τι μπορείτε.
Δύσκολοι οι καιροί
Ζητά όμως επιβίωση
Ολόγιομο φεγγάρι
Απόψε, δεν σφαλίζω παράθυρα,
ψυχή, συναισθήματα.
Δεν κλείνω τα μάτια στης πανσέληνος το φέγγος,
μήτε στου ρολογιού τον ίδιο
κι απαράλλακτο χτύπο, αντιδρώ.
Η νύχτα μου, δεν βούτηξε σε άγνωστες θύελλες
για να μετρήσει σκουριασμένα ναυάγια.
Καλοκαιρία πολυπόθητη, ήταν.
Έφερε μαγικές ανατροπές στα όνειρα,
δυνατά σκαριά να ταξιδέψουν τα βάθη.
Κείνο τ’ ολόγιομο φεγγάρι,
ξάπλα στην άπνοια των κυμάτων
έφτιαχνε εικονικές παραστάσεις σε υδάτινα άλση,
πολιτιστικές και λοιπές εκδηλώσεις σε τοπία
γαλαζοαίματης καταγωγής.
Επιπλέουσα πολιτεία στην άπλα των νερών
η αίγλη του, λάμπρυνε το μπλε.
Βαφτισμένο, νηολογημένο, αγέραστο.
Αποστρατικοποιημένο και τολμηρό
πήρε το βραβείο ουρανόσταλτης υπεροχής.
Απόψε, έστελναν σήματα
σε απλή καθαρεύουσα, οι φάροι...
Φωτεινή Γεωργαντάκη-Ψυχογιού
----
Το μάτι του ορίζοντα
Άνεμοι στ’ ανοιχτά του ωκεανού,
χρυσάνθεμα στα μαλλιά
της γοργόνας των βράχων.
Καβάλα στ’ άλογό του περνά ο Αυγερινός
αγκαλιασμένος με την Πούλια,
συννεφένιες οι κόρες του στερεώματος.
Κυκλώνουν οι ουρανοί το μάτι του ορίζοντα,
μ’ αργυρό ποτήρι κάνουν πρόποση
οι μικροί ιππόκαμποι.
Πετούν οι κορυδαλλοί για τις κορυφές,
αχνοφαίνονται οι στράτες των ροδοπέταλων.
Δισκοπότηρα γεμάτα ήλιο κρατά η θάλασσα.
ολοπόρφυρα τα μετάξια των ηλιαχτίδων.
Ταξιδεύουν οι μέρες κι ονειρεύονται,
αμυγδαλωτά τα μάτια του Ποσειδώνα.
Πεφταστέρια και κρίνα του γιαλού
στην ποδιά της θάλασσας,
άσπιλες οι ώρες των κυμάτων.
Ιωάννα Αθανασιάδου
---
...Και περπατώ στους δρόμους της νύχτας
ατίθασες οι σκέψεις, σύννεφα που τρέχουν.
Ανασκαλεύω τα κρυμμένα λόγια της αγάπης...
΄Ενα σύννεφο περνά αχνοφαίνοντας μέσα του
το κόκκινο, σαν αίμα που ρέει στις φλέβες...
Χριστίνα Μυτιληναίου-Ιακωβίδου
Αναξιότητα
Γιατί επιμένεις,
Ήλιε μου,
τη γη μας να
ζεσταίνεις;
Δε βλέπεις πως δε
δέχονται
τα δώρα σου οι
ανθρώποι;
Κρύες κρατούνε
τις καρδιές
μη και φυτρώσει η
αγάπη.
Τους νόμους σου
δε σέβονται.
Στα υπόγεια, στα
κρυφά, στα σκοτεινά
σχέδια δολερά
υφαίνουν.
Τη νύχτα τη
φωτίζουνε
με βόμβες , με
πυραύλους.
Η αμυγδαλίτσα η
ταπεινή
ριγά στο άγγιγμά
σου,
χαμογελά κι
ανθίζει.
Στο κάλεσμά σου
για ζωή
ο άνθρωπος
κωφεύει.
Τη σκοτεινιά, τον
θάνατο
σκύβει και
προσκυνάει,
χρυσή κορώνα που
φορεί,
τάλαρα στη χούφτα
που κρατάει.
Μάζεψε τις
ακτίνες σου,
ενέργεια μην
ξοδεύεις.
Μάλλον δεν την
αξίζουμε
γενναιοδωρία
τόση.
Σταματία Μωραΐτη
---
Οδησσός, έτος 2022 μ.Χ.
Πατρίδα της καρδιάς μου,
Οδησσός
Κόκκινη και ευωδιαστή
όπως τα γαρύφαλλα στο μπαλκόνι της άνοιξης.
Αχ! Εκείνα τα απογεύματα του Μάη
Κατεβαίνοντας τις σκάλες της Μεγάλης Πλατείας
Κάθε σκαλοπάτι και ένα χτυποκάρδι
ώσπου να συναντήσω την αγάπη.
Ύστερα ερχόταν το δειλινό θάμπος στην προκυμαία
Κι Εσύ, Πόλη μου, αρμένιζες
στα πλάτη της μενεξεδένιας θάλασσας
τις ανάσες,τα όνειρα, τα φιλιά.
Κι ύστερα ήρθε σκληρός και παραλογισμένος
ο λίβας του ολέθρου.
Ματωμένα όπλα, κάπνα και πικρή σιωπή.
Οδησσός, Πατρίδα μου, Ψυχή μου
Πώς μαύρισες και γέρασες απότομα;
Πόσο να υπέφερες και ράγισες;
Σ’ έχασα, Πατρίδα μου
Κι Εσένα
Κι Εκείνον
Τις δυο καρδιές μου.
Πώς να ριζώσω σ’ άλλο τόπο;
Φιλίτσα Πασσαλή
---
Δεν
θα νοιαστούν
Με
ένα μικρό πλεούμενο
χρόνια
αφημένο στη ρημαγμένη ακτή,
το
μουρμουρητό της θάλασσας
θα
πάρουμε στο κατόπιν.
Από
τους έρημους γιαλούς,
μια
δυο σουσουράδες
θα
πάρουμε για συντροφιά,
κάποιες
μέδουσες
με
τα μαλλιά πασπαλισμένα ασήμι
και
τα χρώματα των δειλινών
που
θα συλλέξουμε.
Κι
όταν ο γρήγορος καλπασμός των κυμάτων
μας
φτάσει σε κόσμους
που
δεν τους νικά το σκοτάδι,
κανείς
δεν θα νοιαστεί για την απουσία μας.
Μόνο
εμείς,
θα
μαρτυράμε ανελέητα τις μωβ απελπισίες
και
τις φωνές που διεκδικούσαν την ήττα μας
στα
χρόνια που άδικα χάθηκαν.
Βασίλης Τσακίρογλου
---
Χάσαμε
Περπατάω σκορπώντας δάκρυα
στους βρώμικους δρόμους
μιας γυάλινης πολιτείας.
Ποτίζω τις γενιές που θάψαμε
χωρίς μια ανάσα να πάρουν.
Πριν προλάβουν ν' ακούσουνε
ένα άγριο τραγούδι.
Να λιώσουν για έναν έρωτα
περιμένοντας στο πάρκο.
Περιφρονώ τα πρέπει μας,
τα μη και τα διότι.
Χάσαμε τα νεανικά χαμόγελα
μείνανε στο σκοτάδι.
Θα τ' ανταμώσουμε ίσως κάποτε
στου ουρανού την άκρη.
Τότε που ένα φεγγάρι κόκκινο
θα παίζει με τον ήλιο.
Την ώρα που μικρές γοργόνες,
θα 'ρχονται, μ' ανταριασμένο κύμα.
Όταν μετά απ' ένα χαλασμό,
γεννιέται μια ελπίδα.
Μαρίνα Αντωνίου
--- Φθάσαμε στον 4ο μήνα
του2023.
Ακόμα ελάχιστοι
στείλατε
την συνδρομή στο
ΚΕΛΑΙΝΩ
,
Ρόλοι
Κάποια φορά
τυχαίνει στη ζωή
ένα ρόλο να
παίξεις άθελά σου
χωρίς καθόλου να
σκεφτείς συμβάσεις
και
πραγματικότητες, ιδιοτέλειες και
τα παρόμοια
Ή, δίχως να λογαριάσεις τους κινδύνους
ήτη μάχαιρα των
μίζερων ανθρώπων
που ξέρουν μόνο
κινήσεις υπολογισμού
ή το συμφέρον
τους να θεραπεύουν
Εσύ το βήμα
ανοίγοντας γοργά
σε μονοπάτια
αρετής κι ανδρείας
απέχεις
παρασάγγας από τα νωθρά
των άλλων βήματα
που όλο κακία μουρμουράνε
Κι έτσι
σηκώνοντας παντιέρα αξιοπρέπειας
αέρα
ελευθεροφροσύνης αναπνέεις
δίχως συνειδητά
να επιδιώκεις
του ήρωα τον
τίτλο
Πόλα Βακιρλή
---
Καληνύχτα !
Ως το ξημέρωμα
που το σκοινί θα
κρατάει το βάρος
και τα βήματα θα
μπορούν
στέρεα, πια, να
διασχίσουν το κενό.
Τι κερδίσαμε;
Τους γερούς
μηρούς και αστραγάλους.
Τι χάσαμε;
Ισως και τίποτα
που δεν μπορούμε
να πιάσουμε
σίγουρα, πια, με
ένα σάλτο ...
Χτύπο το Χτύπο
μέχρι να ακούσεις
καλπασμό μες στην καρδιά σου
βήμα το βήμα
μια βελόνα, μία
κλωστή και τα όνειρά σου.
Χρύσα Καράγκου
Ανθισμένη περισυλλογή
Παγωμένος ο αέρας
στους στενούς συλλογισμούς.
Κάθε σκαλοπάτι και μια αντίσταση.
Τα παραθυρόφυλλα του νου
σε αραχνιασμένες μνήμες.
Βαραίνουν οι αντιστάσεις την ψυχή.
Μια ανηφόρα και μια κατηφόρα η ζωή.
Αδέξια η περισυλλογή σε μικροπρέπειες.
Όλοι κερδίζουν και όλοι χάνουν…
Άσε με να κερδίσω την ψυχή σου,
να γίνω μια ηλιαχτίδα ανάσας
στο υστερόγραφο
μιας ανθισμένης αμυγδαλιάς
πριν γεμίσει καρπούς.
Κυριακή Δράκου
---
Αγάπα
Φύτεψε στην καρδιά σου δυο λουλούδια
κι άφησε χώρο να φωλιάσουν τα πουλιά
θα τα φροντίσουν τ’ ουρανού τα αγγελούδια
θα ομορφύνει η ζωή σου μια σταλιά.
Βάλε στην άκρη του μυαλού τα παραπέτια
και δες τα όλα μ’ άλλα μάτια , πιο πλατιά
παντού υπάρχουνε τσ’ αγάπης τα σερμπέτια
που δεν τα βλέπεις με την πρώτη τη ματιά.
Δώσε αγάπη ,αγάπη για να λάβεις
ένα χαμόγελο ,καθ’ ένας το ζητά
μαργαριτάρια της ψυχής σου σαν ξεθάβεις
πλούτη γεμίζεις τη ζωή σου ποθητά .
Γιώργος
Γιακουμινάκης "Βαγιωνιάς"
---
Θά ’ρθει μια μέρα που θα πάψουν οι πόλεμοι
Οι τσιμινιέρες δεν θα καπνίζουνε πια
Θα καθαρίσουν οι θάλασσες
Τα πουλιά θα κελαηδούν όπως πρώτα
Τα λουλούδια θα μυρίζουν όπως πρώτα
Όπως πρώτα θα ομορφύνει η πλάση
Κι ο άνθρωπος θα κοιτάζει από ψηλά και θα λέει
«εκεί κάτω είν’ ο παράδεισος»
Γιάννης και
Μαριάνθη Παπαδασκαλοπούλου
--- ---
Ύμνος
στη Λιβιδώ!
Στο
κυνήγι του άλλου ολόκληρου,
με
βοστρύχους ξανθούς, Λιβιδώ,
οι
μηροί σου φως ήλιου διάπυρου,
λευκά
στήθη, οπλών καλπασμός!
Ηλιοτρόπια
μάτια μαστίγια,
καταργούν
τα φθαρτά, τα επίγεια!
Ντοπαμίνης
υγρός χορτασμός
μαγεμένη
απ' τη δίνη του άπειρου,
με
βοστρύχους ξανθούς, Λιβιδώ,
στους
λυγμούς του αιώνιου Αύγουστου,
σπαρταρά
κι υποκύπτ' η αιδώ!
Κατερίνα Πήττα
Θερινός κινηματογράφος
Υλήεσσα στου Τζάντε τα ηλιοστάσια βηµάτισα.
Σoκάκια στενά µε αγέρωχες πέτρες.
Το σούρουπο σε κινηµατογράφο κάθισα,
την Ίριδα έβλεπα από τη θάλασσα, ύδωρ
να φέρνει στις νεφέλες.
Τα κύµατα πελώρια υψώθηκαν τριγύρω.
Βουνά, ράχες, κάµποιαδάµαστοι.
Τι µέρα, µε το έργο, εκείνο!
Ορµή αθανάτων στις ακτές αντιβούισε,
το βλέµµα άγρυπνο χιλίων αχών,
ηρώων ανδρών, καδµείων ικέτες.
Θερινός κινηµατογράφος…
Στα λείψανα ναού της Άρτεµις,
δίπλα στον Αρχέγονο τάφο.
Ω! Μεγαλόκαρδοι της Ζακύνθου,
Πολεµαρχηγέτες…
Μαρία Σ. Άνθη
---
Θα δώσω φως
Λόγια ανυπότακτα θα ψιθυρίσω
και στο στενό τοπίο της καρδιάς
θα δώσω φως κι ευρυχωρία
για να χωρέσει τις αμαρτίες
που εξιλέωση γυρεύουν.
Κι έτσι σαν φύσημα ανησυχίας
θα ξαναζωντανέψω
σαν την αλλόκοτη βροχή
που ξέφυγε απ' τα σύννεφα
και μάνα γη γυρεύει.
Την άνοιξη θα ικετέψω
και την αδυναμία δύναμη θα κάνω.
Τ' αχνάρια των βημάτων σου
θα πάρω για να σε συναντήσω
εκεί στη μυστική μας όχθη.
Φραγκίσκη Σταυράκη
---
Δάκρυσα…
Σίγησαν τα πουλιά, βουβά τα κρίνα.
Ο άνεμος πάγωσε.
Αμέτρητα άστρα σκόνη, το σκοτάδι
σώπασε…
Το φως που κατοικεί στις καρδιές ζήτησε
να μην πονέσουν πλιό οι άνθρωποι.
Μάνα-Γη χάιδεψε το ξεραμένο αίμα
των παιδιών στα χείλη.
Ελπίδα ζέστανε τους ζωντανούς,
τους γείτονές μου κι αδελφούς…
(Τουρκία-Συρία
06/2/23)
Σταύρος Μπρόλιας
---
---
Ένα
πρωινό με θαυμαστικό
Ένα πρωινό με θαυμαστικό
κατοικεί διαρκώς στα μάτια μου.
Το ξεχωριστό μου πρωινό με
συντροφεύει
με παρηγορεί, με ενθαρρύνει,
μου καταλαγιάζει τους φόβους, με
ησυχάζει.
Ονειρεύομαι ξανά, ιχνογραφώ με την
ελπίδα.
Αν λάμπουν τα μάτια μου, μην απορείς,
το ξεχωριστό μου πρωινό είναι.
Μαζί του διατρέχω άφοβα τον καιρό,
αποτολμώ μια νοερή υπέρβαση,
ισορροπώ με νήματα τού απρόβλεπτου.
Σταυρούλα
Καμαρινοπούλου-Σακαβέλη
Μπαμπά μου
Μικρό παιδί αμούστακο
μάθαινες την Ζωή
στα ορυχεία της Λαμίας.
Έβρεχε του πόνου το δάκρυ
την καρδιά του κυρ-Αντώνη
που σ έβλεπε να παλεύεις
τ΄ άδικο του κόσμου
και της φτώχειας την πίκρα.
Μικρό παιδί, παιδεμένο
ποιητική φιγούρα της Ζωής
στα κάρβουνα κρυμμένο.
Το Φως δόξαζες ολημερίς
στη σκυθρωπή σκοτεινάδα
των άνυδρων τόπων της Γης
εκεί, όπου Όνειρα λάξευες Εσύ
με της Ψυχής Σου το ουράνιο τόξο.
Μαντλίν Μαντλίν
---
- Δακτυλικό Δίμετρο – πεντασύλλαβοι στίχοι
Ιωάννης Παναγάκος
Έλα κι απόψε
Έλα κι απόψε,
έλα μια νύχτα,
το χρόνο κόψε.
Στ’ άστρα ξενύχτα
κι από το θρόνο
τα βράχια ρίχτα.
Κόψε τον πόνο
κι άσε την αύρα
να ’ρχεται μόνο.
Διώξε τη λάβρα
απ’ τα όνειρά μου
που έγιναν μαύρα.
Να τα οχυρά μου!
έχουνε πέσει
για σε χαρά μου.
κι εν τη γενέσει
κάθε ελπίδα
έχω απολέσει
Σκότωσα
τον Αόριστο
Σκότωσα
χτες τον Αόριστο.
Μ'
ενα φιλί του χάραξα το πρόσωπο.
Τώρα
θα σκέφτεται πριν μου γελά,
πριν
με τρομάζει.
Θα
τα στεγνώσω πια τα βλέφαρα.
Ως
πότε να προσμένω τον αέρα να το κάνει.
Είναι
ντροπή ακους;
Να
σε προσμένω τα μεσάνυχτα,
μα
να λείπεις πάντα.
Ως
πότε πια να ντύνομαι παρόν
σε
μια βεγγέρα που γιορτάζει η απουσία.
Σκότωσα
τον Αόριστο χτες
με
ένα αντίο στα μάτια ανάμεσα.
Κι
αύριο αν τολμήσεις και αργήσεις
θα
σε σκοτώσω μ' ένα γέλιο και εσένα
που
λογίζεσαι Ενεστώτας.
---
Η μάνα του φονιά
Κι αν κλάψει η μάνα του φονιά καντάρι ποιος θα φέρει ,
στα δάκρυα της να ζυγιστεί η καρδούλα που υποφέρει;
Ποιος θα μοιράσει βάλσαμο στη μάνα που πονάει,
σ´εκείνη που μεγάλωσε το νιο κι η μοίρα τυραννάει;
Τα κλαψοπούλια φύγανε, τελέψαν τη δουλειά τους.
Σ´άλλους οντάδες πήγανε ν´αφήσουν τη λαλιά τους.
Τι σε μπελάδες μπλέξανε κι άλλοι κακοί του κόσμου.
Στο κάλεσμά τους τρέξανε θύματα του υποκόσμου.
Κι αν κλάψει η μάνα του φονιά , ποιος θα την καταλάβει;
Μονάχη της στην εκκλησιά θα πάει να μεταλάβει !
Κατερίνα Μπαχάρη -Κουτσουνά
---
Κάποια άσκεπτη στιγμή
Τη μέρα σχεδίαζα το καταφύγιο της νύχτας
Και τη νύχτα τα ίδια για τη μέρα.
Κάποια άσκεπτη στιγμή
Η διαχωριστική γραμμή έπεσε
Και μόλις ο κύκλος έκλεισε
Μια φωτεινή γραμμή
Εξακοντίστηκε στο διάστημα.
Παρασκευή Κωστοπέτρου
---
Ανείπωτες λέξεις
Θέλω τόσα να σου
γράψω,
το χέρι μου τρέμει,
φλόγα κεριού που τρεμοπαίζει.
Ξεφτίζουν οι
λέξεις
και παρασύρουν τη
σιωπή
σ’ έναν παράδοξο
χορό.
Προσπαθώ να τις
κρατήσω,
μα αυτές γλιστρούν
μέσα
από τη χούφτα μου
και χάνονται.
Βουλιάζουν, γέρικα
σκαριά
στην τελευταία
τους τρικυμία.
Πνίγονται στο
βυθό
της ταραγμένης
μου ψυχής.
Ταξιδεύουν, μικρά
πουλιά
με τα
πρωτοβρόχια.
Κουρασμένη ψυχή,
στο μακρινό
ταξίδι
των δακρύων της.
Σκορπίζονται, φθινοπωρινά
φύλλα,
με το φύσημα του
ανέμου.
Πέφτουν στο χώμα
της καρδιάς μου και
πεθαίνουν.
Ολυμπία Κανιώτη
---
άτιτλο
Χθες ήταν που μοιραζόμουν
το κρασί μου
μ'αλκοολικούς και πρεζόνια,
με τον καλό ληστή και τον Βαραββά
και με τη Δωροθέα,
φορέα του AIDS,
που έκλεισε η ζωή της στα είκοσι οκτώ.
Ο Χριστός απουσίαζε.
Μιλούσε σε προεκλογική συγκέντρωση
για τη σωτηρία της ψυχής.
Γιάννης Ανδρουλιδάκης
---
Αυτοσχεδιασμός
Άσε
με να αυτοσχεδιάζω στου κορμιού σου
την
απέραντη έκταση.
Κάθε
φιλί μου, της ψυχής μου ανάβρυσμα.
Κάθε
μου χάδι, της καρδιάς μου το τίμημα.
Κάθε
δάκρυ μου που εξαγνίζει
τη
σάρκα σου,
της
ζωής μου η απόπειρα να χαθώ
στο
κορμί και τα μάτια σου!….
Ντίνος Κουμπάτης
Ωδή στην Ελευθερία στην Ελλάδα
και στην Οικουμένη
(Απόσπασμα)
Σε γνωρίζω από την όψη
τη μορφή τη λαμπερή.
Με τη δάδα αναμμένη
που με βια μετρά τη γη.
Απ’ τα βάθη των αιώνων
κι απ’ των μύθων την αχλύ..
Απ’ τα κόκκαλα τα Άγια
της Ανθρώπινης φυλής.
Της φυλής των πρωτελλήνων
που απ’ την πρώτη τους Αυγή,
γίναν αδελφοί του Ήλιου
και του σκότους οι εχθροί.
Σε γνωρίζω να σηκώνεις
του Ανθρώπου τον Σταυρό
και τον πυρωμένο βράχο
ν’ ανεβάζεις στο βουνό.
Για να δεις απ’ την κορφή του
κάθε αθέατη
μορφή.
Είσ’ απ’ τους θεούς σταλμένη
κι όμως πάντα μοναχή.
Θεόδωρος Βλ. Δάλμαρης
---
Παραίσθηση
Τα χνάρια σου χτυπούν βαριά
των αστεριών το φίλημα
και
σχήματα παράταιρα
κυλούν
μέσα στο δίλημμα.
Κύκλους
χαράζουν μιας ζωής
στ’
ανέσπερο «του σήμερα»
καθώς
πετά χορεύοντας
το
παν σ’ αυτή τη χίμαιρα.
Μέσα
στα πέπλα της αυγής
με
ματωμένα πέδιλα
απ’
τη φωτιά της λύτρωσης
στης
έκφρασης τα βέβηλα.
Νίκη Μιχαήλ Κατσικάδη
Αντικατοπτρισμοί
Πυγολαμπίδες και προβολείς
τους δεύτερους τους βλέπεις
τις πρώτες αγνοείς.
Σκληρά τυφλώνεσαι
δεν τους θωρείς,
με τις άλλες ονειρεύεσαι
και προχωρείς
Μαζί τα όνειρα και η ζωή
η τύφλα σκοτώνει,
λιποψυχείς.
Εφιάλτες, χίμαιρες, φιλοδοξίες
παρτίδες φρούδες και προδοσίες
σκηνικά κοστούμια και παραστάσεις
αθροίσματα τέρατα πλήθος τηλεοράσεις.
Κωνσταντίνος Μάξιμος
---
Μεταστροφή
(Ροντέλο)
Ως κυλούν οι
δεκαετίες,
ως καλπάζει άπονα ο χρόνος,
με λιακάδες κι υετίες
έρμη πάλεψα επιμόνως.
Αισθημάτων μου ληστείες,
του έρωτα μαχαίρι ο πόνος,
ως κυλούν οι δεκαετίες,
ως καλπάζει άπονα ο χρόνος.
Αμυδρής χαράς εστίες
όρθια με κρατούν αχρόνως
και φαντάζουν πλέον αστείες
προδοσιές, κακίες, φθόνος,
ως κυλούν οι δεκαετίες...
Ηρώ-Χρυσάνθη Αλεξανδράκη
---
Τα
μαντάτα
«Και
η κατάληξη…»
Κατά
πώς λένε οι Σοφοί
για
των καταστροφών την Άνοιξη
δίχως
κερί το Νέο Αύριο θα λιπάνει…
Χωρίς
κατάπνιξη!
Αν
από τα στάδια της αγωνίας
γλυτώσουμε
σε καμιά γωνιά,
η
συνήθεια της ματαιοδοξίας
θα
γονατίσει μπρος στοους ανθρώπους
που
χάνονται.
Μέγας
ο Θρήνος και ο Οδυρμός.
Μοιάζει
Αλύγιστος ο Φόβος!
Μαρία Ανδρέα Κονταλή
Το τριαντάφυλλο του Νίκου
Στον
Νίκο
Πρόσεξες
αλήθεια πόση ομορφιά
έχει
ένα τριαντάφυλλο;
Έσκυψες
ποτέ να το μυρίζεις;
Να
του μιλήσεις,
ν’
ακούσεις πόσο όμορφα τραγουδάει;
Το
άγγιξες ποτέ να δεις πόσο τρυφερα
είναι
τα’ αγκάθια του;
Το
αγάπησες;
Πόση
ομορφιά έχει η φύση!
«Ανεξάντλητη
όπως και οι άνθρωποι»
είπε
ο φίλος μου ο Νίκος.
Αρκεί
να τους προσέξεις, να τους μιλήσεις,
να
τους αγαπήσεις.
Βαρβάρα Χριστιά
---
Το
πορτραίτο σου
Όχι! Πήρα το πινέλο μου κι έσβησα
από την προσωπογραφία σου τη λύπη.
Καθώς τα δάκρυα
πλήγωναν τα μάτια σου
σκιάχτηκα στη σκέψη
πως κυλούσαν ρανίδες αίμα
απ’ την ευάλωτη ψυχή σου.
Ναι! Τώρα μ’ αρέσεις…
Χαμογελάς και το επίμονο χάδι
του ήλιου σε ζεσταίνει.
Στα μάτια σου ριγεί η θάλασσα.
Μια μπλε πινελιά. Έτσι σε θέλω,
χαρά φωτεινή της ζωής μου.
Αγλαΐα Π. Κωνσταντέλη
---
Συνειδητά
Άτολμο
του
απροσπέλαστου βρυχισμού
της
αλήθειας το βέλασμα.
Επιδημία!
Η
τάξη, της ψυχής η ακαταστασία,
μετρά
πτώματα που βρίθουν
στο
γκρίζο του άσπρου.
Το
μαύρο η σκέψη το χώρεσε.
Η
προκρουστική μέθοδος
καταλύει
το μέτρο, άγει μεγέθη.
Και
η υπερβατικότητα του ελαστικού,
επιβάλλει
σιγή στη διάρρηξη ιματίων.
Θανάσης Αγγέλου
---
Νυχτερινό
Ι
Μια τεράστια
χούφτα σκόρπισε με ορμή
χιλιάδες φωτεινά
λαμπιόνια
πάνω στο μαύρο
βελούδο.
Πολύχρωμες
φλογίτσες τρεμοπαίζουν
χαρούμενα μες στη
νύχτα.
Η θάλασσα
αντικατοπτρίζει
στη ρυτιδωμένη
επιφάνειά της
τις ασημόλευκες
ανταύγειες
της χλωμής
φεγγαρόσφαιρας.
ΙΙ
Δύο
κοχυλάκια θαμμένα στην άμμο,
χαμένα στο
σύμπαν,
απορροφούν
αχόρταγα τις μαγικές εικόνες.
Ηρέμησε καρδιά
μου…
Η μανία της
βροχής και του αέρα
δε σε φτάνει πια
Αγγελική Μόσχου
---
Σαν
σαράκι το κουσούρι σου με σχίζει.
Του
έρωτα η ματιά με τσιγαρίζει.
Αιμορραγεί
η καρδιά και αρμενίζει.
Σαν
σαράκι το κουσούρι σου με σκίζει.
Πονάει
η ψυχή κι αργά σαπίζει.
Ως
το μεγούλι βαθιά με βελονίζει.
Σαν
σαράκι το κουσούρι σου, με σκίζει.
Του
έρωτα η ματιά με τσιγαρίζει.
Κατερίνα Ραμανδάνη
---
Όνειρα
Όνειρα
που αρνούνται στην πρόκληση του κέρδους
ασυμβίβαστα
στη βία της καταστολής
Όνειρα
που με ένα σμάρι γλάρων
ακολουθούν
το καΐκι της ζωής.
Όνειρα
για την Ειρήνη του Τρυγαίου
στη
ράχη ενός σκαθαριού
Όνειρα
ενός ερωτευμένου θεού
στις
στάλες μιας ποτιστικής βροχής.
Όνειρά
στον ουρανό του κρεβατιού
μιας
πολυαγαπημένης γυναίκας.
Όνειρα
που μας προσπερνούν
αφήνοντας
την εφηβεία του ανεκπλήρωτου
να
τα υπερασπίζεται.
Γιώργος Άλμης
,
Σχηματική
ποίηση
Της
καρδιάς
οι
χτύποι
στη
χροιά
της
φωνής
στο
πανηγύρι
του
αμφίσημου
στης
ματιάς
τη
γεωγραφημένη
θέληση
Μαρία Περατικού-Κοκαράκη
---
Ανυπόκριτος
θαυμασμός
Ο
ανυπόκριτος θαυμασμός
ουδέποτε
προσδοκά ανταμοιβή.
Επίτρεψε
στα μάτια μου,
να
σε θωπεύουν τόσο αχνά,
άσπιλα
κι αμόλυντα, τόσο,
όσο
δεν έχω εγώ το θάρρος
και
την τόλμη να στο πω,
με
λόγια μέσα απ’ τα στεγνά μου χείλη:
«ΣΕ
ΘΑΥΜΑΖΩ»
και
γιατί όχι, πού το κακό; « Σ’ ΑΓΑΠΩ».
Μην
εξοργίζεσαι, δεν σου λέω σε μισώ.
Να
χαίρεσαι αφού «Σ’ ΑΓΑΠΩ».
Δική
σου πλέον η απόφαση.
Με
διακριτική καρτερικότητα,
εγώ
θα περιμένω ν’ ακούσω
κι
απ’ τα χείλη σου το «Σ’ ΑΓΑΠΩ!».
Σωτήρης Απ. Μαντζούτσος
---
Βραχυκύκλωμα
Οι έγνοιες μου ρούχα απλωμένα
πάνω σε σύρμα ηλεκτρικό δεν στεγνώνουν
πότε στάζουν αγωνία και μυρίζουν
ξενύχτια
βρίσκω θάρρος και τις μαζεύω
γεμίζω φόβο και τις απλώνω ξανά και ξανά
μα να κάπου κάπου σκέφτομαι πώς θα ήταν
αν άρπαζαν φωτιά ίσως από βραχυκύκλωμα
δεν είναι δύσκολο ένα βραχυκύκλωμα …
από βραχυκύκλωμα είπαν!
Ματίνα Καρελιώτη
---
Είναι η μορφή,
η υπόδουλη της αίγλης
καταισχύνη των αναγκών.
Όμορφά μου παιδιά,
ταπεινή μου οι γόνοι,
αγαπώ και βιάζομαι,
εξασκώ τον ειρμό,
εθελουσία μύηση
στην ακούσια πράξη
της αριθμητικής τάξης,
των ταγμάτων τροφός.
Δημήτρης Κακαλίδης
----
Το σώμα σου
Το σώμα σου ονειρεύομαι
φωτεινό και διάφανο
κρυψώνα κραυγής παρανάλωμα.
Νησί ακατοίκητο σημαδούρα
κατάδυσης στον αιώνα!
Το σώμα σου μίσχος ήλιου
στην εξώπορτα·
πεταλούδα κι ανάμνηση,
σημαδούρα στα πέλαγα
και στην άκρη του σύμπαντος
πύλη.
Το σώμα σου θρησκεία γιορτής
ευαγγέλιο, εκατόμβη και πάθος μου.
Πόθων ανάγνωσμα σπονδή ανεξίτηλη
στης καρδιάς μου τα μύχια.
Αλεξικέραυνο…
Σπύρος Ζαχαράτος
--- -
Ευχαριστία
Κύριε γυμνός γεννήθηκα
και Συ, με πλούτισες
με τ’ αγαθά Σου.
Διήνοιξες τους οφθαλμούς
της διανοίας μου
για να ευφρανθώ τις δωρεές Σου.
Μου χάρισες την ποίηση
και τη μουσική
για να υμνολογώ τα Μεγαλεία Σου
και να Σε δοξάζω,
για τις ευεργεσίες Σου.
Γιάννης Τσώλης
_,
Αυτό
δεν είναι Ζωή.
Οι
αναμνήσεις μου αμπαρωμένες
στο
θολό του νου το κατακάθι
περιμένω
πάνω στο βράχο
να
γίνει ένα θαύμα ένα πανί να φανεί
μια
Βάρκα να αράξει
ταχιά
μακριά της να με πάρει
δεν
γίνονται θαύματα πια….
Δεν
εισακούγονται προσευχές
στην
δική μου θα κάνουν εξαίρεση?
Η
ζωή που πόθησα χαμένη
μοιάζει
με το λιγοστό λάδι που τσιρίζει
μπρος
το εικόνισμα του αι Νικόλα.
Αυτό
δεν είναι ζωή
είναι
ο θάνατος μου σε αργή κίνηση!!
Ζιζή Γερονυμάκη
---
Ιωακείμ και Άννα
Το καμαράκι τους φτωχό
μα χαίρεται η Άννα
δοξολογάει τον Θεό
γλυκοκτυπά καμπάνα.
Ο Ιωακείμ ο συνετός
χαίρει για την Μαρία
παίζει φλογέρα, λάμπει φως,
μέθη η ευωδία.
Άχραντα κάλλη και χαρές
το βράδυ, την αυγούλα
άγιες ψυχές και ταπεινές
το μαρτυρά μυρτούλα
Να ζούσα το πολύ ποθώ
και να δεχόμουν χάρη
και τώρα ψάλλω ταπεινά
για σε Θεέ τροπάρι.
Νίκος Κότσικας
---
Υποχρεώσεις
Πρέπει να βιαστώ.
Έχω πολλά να κάνω…
να κλείσω τα παράθυρα,
να σβήσω το φως
να ξαπλώσω πάλι μόνος
να μαζέψω τα “κομμάτια μου”…
και δεν ξέρω, αν θα προλάβω.
Νίκος Μπατσικανής
---
Καληνυχτίζοντας.
..
Στις
ξερολιθιές με το θειάφι,
το
έπαθλο,
αλάτι
και σίδερο.
Οι
κραυγές ναρκωμενοι παλιάτσοι
μακιγιαρουν
την αθωότητα τους
την
βουτηγμένη σε αίμα
με
την απελπισία της απληστίας τους,
την
στρωμένη σε στρατες προβάτων
που
μυρισαν χορτάρι στην έρημο...
Όσο
και να γουριεται ο λύκος ,
τα
μικρόφωνα
βραχυκυλωμένες
κονσέρβες
στα
νταμάρια της ιδιοτέλειας
και
της κουκουλωμέμης ηθικής.
Υπάρχουν
πεζοί στοχαστές άραγε?
Υπάρχουν
σπηλιές για ευθανασία ?
Βούλα Μέμου
---
Αναπάντεχο
Όνοι και ημιόνοι οι άνθρωποι,
ζωσμένοι το κάρο,
με τα μολυβένια σύννεφα,
προσπαθούν ν ΄ ανέβουν
την κακοτράχαλη πορεία τους,
την στενή.
Θεοί, διαόλοι, καλικαντζάροι όλοι
γελούν,
σε κάθε γωνιά της γης, γνωρίζοντας.
Αχ των αφελών ανθρώπων τα όνειρα
γιατί διαβρώνει πάντα
μια αναπάντεχη βροχή;
Χρυσάνθη Μουζακίτου
---
Παγωνιά
Χιόνισε πάνω στα δέντρα
χιόνισε και στην καρδιά μου
όνειρα – αμυγδαλιές
που άνθισαν και φύγαν
Νιότης φτερά ψαλιδισμένα
με μύριους συμβιβασμούς
και πίκρες συνυφασμένα
Σύννεφα κάποτε λευκά
γινήκανε με τον καιρό μαβιά
φέρνουν δόλια κακοκαιρία.
Πώς ν’ αντέξει τόση παγωνιά μια αγνή
κι ονειροπόλα καρδιά
μια καιρό λησμονημένη
ερωτική ιστορία;
Ειρήνη Ντούρα-Καββαδία
Ήσουν
Αντιστάθηκα στην πλατωνική σου αγάπη.
Τα λόγια της αλήθειας έγιναν σκιές
που ταξίδεψαν συμπορευόμενες
μ’ ένα καράβι όνειρα
σε πρωινές αχτίνες.
Ήσουν ταγμένος από καταβολής
στην καθημερινή αποδημία.
Αφημένος ήσουν
στην νομοτελειακή εκπλήρωση
μιας αδάμαστης αδυναμίας
όταν εγώ αμέριμνη
στα σύννεφα πετούσα.
Αλεξάνδρα Βαΐτση-Βάκρου
---
2 Λίμερικ
Ένας νέος απ’ την επαρχία
με μανία αγόραζε λαχεία
και κατέφερε, ώσπου να γεράσει,
όλο του το βιος να έχει χάσει,
ο άφρων νέος απ’ την επαρχία.
***
Ήτανε μια χώρα αποφοίτων
του πανεπιστήμιου των βλίτων.
Θεωρούσαν εαυτούς όλοι σαΐνια,
ενώ είχαν στο μυαλό μεγάλη γκίνια
στην χώρα ανοήτων αποφοίτων.
Λευτέρης Μουφτόγλου
---
Υπέρβαση
Τις νύχτες
αγρυπνάς ψάχνοντας τρόπο
Να αλλάξεις της
οδύνης τη φορά
ανάγκη σου η
ανάγκη των ανθρώπω
χαρά σου η δική
τους η χαρά.
Σαν Άνεμος το
σύννεφο θα νιώσεις
σαν θάλασσα το
κύμα θα γευθείς
τη φλόγα της
ψυχής θα δυναμώσεις
σαν φως στους
γαλαξίες θα απλωθείς.
Στη φύση σου θα
χαμηλώσεις πάλι
σα νάμα απ’
αμόλευτη πηγή
θα ανοίξει η
αγκαλιά σου η μεγάλη
και μέσα θα
χωρέσει όλη η γη.
Βασιλική Εργαζακη
---
Ars Poetica!
Ένα παιδί να απλώνει
τ’ απαλά του χέρια!
Ένα παιδί να αγγίζει
με καμπίσια ανέγγιχτα χέρια!
Ένα παιδί να διαπερνά τον αίολο
της φυσαρμόνικας
στην αθώρητη Μεσόγειο του νου
για ν΄ αθροίζει
τα κοχύλια του αιγιαλού
μιας αθώας γης…
Μια αθέατα τρεχάμενη γη,
θα διαυγάζει
των παιδιών τα αθρόα
απόρθητα χέρια!
Βενετία Σιώντα
---
Ένας οικείος κήπος
Μου ήταν τόσο οικείος
εκείνος ο μικρός κήπος
της παλιάς μονοκατοικίας.
Με τις γερμένες πλάτες τους
οι πλίνθοι προστάτευαν
το καστανό χώμα
μην το παρασύρει η μπόρα
από τις τριανταφυλλιές
και με τις πρώτες -πρώτες
φθινοπωρινές ψιχάλες,
των μοναχικών μου περιπάτων
στους στρωμένους με γιασεμιά
και ροδοπέταλα διαδρόμων του
έστρεφα το βλέμμα
στον βυσσινί ουρανό
της ανοιχτής μου ομπρέλας.
Ν' ακούσω τις σταγόνες
που έπεφταν σαν νότες σε τσέλο.
Να πιάσω την μελωδία σου.
Εσύ είχες οικειοποιηθεί την βροχή.
Μαίρη Μπριλή
---
Τάνγκα
Δοξάρι εσύ
στου κορμιού τις χορδές
τον πόθο κρούει.
Κοραλλένιος έρωτας
τα χείλη μου στολίζει.
Χριστίνα Νικολάου