ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ
Ελλήνων συγχρόνων ποιητών, άλλων περισσότερο και άλλων λιγότερο εκπαιδευμένων στη δημιουργία ενός ποιήματος. Σας προσφέρουν με αγάπη ό,τι ωραιότερο και καλλίτερο, ό,τι ευγενέστερο και ωφελιμότερο. Απολαύστε τους. (Τεύχος 43 του ΚΕΛΑΙΝΩ)
Νύχτας τερτίπια
Απόψε η νύχτα
βαμμένη ως το κόκαλο.
Άντε να καταλάβεις
αν κλαίει γελάει
Ωστόσο τα βαριά βήματά της,
καθώς ταλανίζει
τη ραχοκοκαλιά της ασφάλτου
αλλοιώνουν
τη χουντική σιγή
Τελεία
Παύλα
Αλλαγή σκηνικού
Με κινήσεις δήθεν
ανειδίκευτης στο είδος
κατέβασε το φερμουάρ
μέχρι τις σόλες
Ήταν παρθένα
Το αίμα που χύθηκε
άσχετο των θνητών
εξόργισε
του ερεθισμού την εντιμότητα
Δυνάστης των πεποιθήσεων
έμεινα οριστικά και αμετάκλητα έξω
Αυτή ανέραστη
του ύστερα
Την ηττοπάθειά της
με μαύρα σεντόνια.
Αριστοτέλης Γ. Φράγκος
---
Δεν είμαι εγώ ο χαλαστής της τάξης
Δεν είμαι εγώ ο αντάρτης των καιρών
δεν είμαι εγώ ο χαλαστής της τάξης.
Είμ’ ένα βότσαλο στην άμμο καθαρό,
που κύκλους γράφω ομόκεντρους
μες στο νερό αν με πετάξεις.
Δεν είμ’ ο άνεμος που σπάζει τα κλαδιά
που ξεριζώνει δέντρα όταν φυσάει.
Είμαι ψυχούλα π’ αγαπάει τα παιδιά
είμ’ ένας παιδεμένος άνθρωπος
που συμπονά όποιον πονάει.
Δεν είμ’ η σφαίρα που σκοτώνει τα παιδιά
ούτε είμαι τανκ όπου γκρεμίζει σπίτια.
Είμ’ ένα δάκρυ πικραμένο και θολό,
που πλημμυρίζει αδιάκοπα,
και χύνεται για την αλήθεια.
Δεν είμ’ εγώ η αστραπή κι ο κεραυνός
που αρνιά κι ανθρώπους πέφτει και σκοτώνει,
είμαι μια σπίθα απ’ του καντηλιού το φως
που ωχριώ μπροστά στο άδικο
και φέγγω όταν σουρουπώνει.
Δεν είμαι κύμα που σηκώνεται ψηλά
και βυθίζει τα καράβια στα πελάγη.
Είμαι η στάλα που τα χείλη ξεδιψά,
είμαι λιμάνι απάνεμο
που ναυαγούς φιλοξενάει.
Βέρα Κλαρέβα
---
Ίμερος
Γι’ αυτό σε λάτρεψα…
Γιατί η αγάπη σου μού άνοιξε δρόμους…
Πόρτες και ορίζοντες κλειστούς…
Οδούς διαφυγής..!
Εξόδους κινδύνου απ’ τα τρωκτικά
και τους ολέθρους..!
Δεν είναι δα και μικρό πράγμα..!
Να ξεγλιστράς απ’ τα δόντια της αβύσσου
μ’ έναν ίμερο άφρυκτο..!
Μέσα στον ίδιο κόσμο ζούμε
της αποφοράς και της σήψης,
ου ζόφου και του βόρβορου..!
Μα εσύ με καλοδέχτηκες!
Μ’ ένα κοφίνι φιλιά!
Ευωδιαστά σα ζουμπούλια..!
Μον’ άσε τ’ ακροδάχτυλα να παίξουνε
με των παθών μου τις τρέμουσες φλόγες..!
Ένας καταιγισμός δριμύτατων ορμών
μαστιγώνει το στήθος μου!
Για να σου πάρει -μια για πάντα- τον κρύο πυρετό,
σαν ξέχειλη λαίλαπα, σα δίφλογος πυρσώνας!
Χρήστος Σκιαδαρέσης
---
Θυμάμαι
Ξυπνητός σε θυμάμαι
μα σε βλέπω στον ύπνο.
Προτιμώ να κοιμάμαι,
δεν αντέχω το ρίσκο...
Σαν ξυπνώ δε σε βρίσκω!
Ξυπνητός σε θυμάμαι
μα σε βλέπω στον ύπνο.
Προτιμώ να κοιμάμαι,
δεν αντέχω το ρίσκο...
Σαν ξυπνώ δε σε βρίσκω!
Πώς να μη σε θυμάμαι!
Σε στιγμές αγωνίας
όταν συ μου μιλούσες
τότε ’γώ, μα τον Άγιο,
πως αντλούσα κουράγιο!
Συνεχώς σε θυμάμαι...
Το γλυκό σου το γέλιο
αντηχεί μέσ’ στ’ αυτιά μου,
στην καρδιά μου κουρνιάζει,
ζωής βάλσαμο στάζει.
Να γιατί σε θυμάμαι!
Σαν του ήλιου τη λάμψη,
της μορφής σου η αίγλη
όλα τ’ άλλα τα σβήνει.
Μόνο σένα αφήνει.
Ανδρέας Γ. Σειρηνάκης
__
Παράπονο
Θαμπό το φέγγος της νυχτιάς
και η σελήνη
δε μας γέλασε απόψε,
πίσω από σύννεφο αχνό
κι όταν αυτό αποφάσισε
να παίξει πιο μακριά,,
κανείς θνητός
δεν άκουσε τους αναστεναγμούς της
και πάνω στη γριά θλίψη της,
σχημάτισε…
Τροχιά…
Μαρία Κονταλή
---
Η
Αυτοκρατορία μου
Μονο-κράτορας στη μοναξιά μου στέφτηκα
τη νύχτα που με αφόρισαν οι ορθό-δοξοι
τη νύχτα που υπέγραψα διάταγμα
ειρήνης με εμένα
στη Σύνοδο της Λήθης μου
στο ναό της ψυχής μου
καθαίρεσα τα μάτια μου
και αναβάπτισα τα Σχίσματα
των κύτταρών μου
Νόπη Χατζηιγνατιάδου
---
Βρέθηκα στ’ ανοιχτά
Στ’ ανοιχτά βρέθηκα του αναπάντεχου
κατάντικρυ στάθηκες του ανέλπιστου
το συντακτικό της λύπης μου
κράτησες σαν θησαυρό
κι από μένα περίμενες
ν’ ακούσεις με λαχτάρα
πως νοερά θα συνθέσω
την απάντηση σε ό,τι με ρωτούσες/
Σταυρούλα Καμαρινοπούλου-Σακαβέλη
---
Σήκω Πατρίδα
Σήκω πατρίδα απ’ τη σκοτεινιά
διώξε από πάνω σου τη ρετσινιά.
Αστράψτε οι θάλασσες, λόγγοι κορφές,
αστράψτε, ξυπνήστε ηρώων μορφές.
Σήκω μητέρα λάμψε ξανά
λάμψε την φλόγα που ο ήλιος γεννά,
διώξε τους τυράννους απ’ τη λαμπρή
τη γη των προγόνων την ιερή.
Έλα πατριώτη μου Έλληνα αστέ
άσε την ξάπλα και το βαριετέ,
τρέξε δεν βλέπεις που ο ήλιος γυρνά
τρέξε η πατρίδα μας είν’ στα στερνά.
Έλα να βάλουμε όλοι ένα χέρι
έλα ν’ ανθίσει ξανά το αστέρι.
Τρέξτε Ελληνόπουλα, τρέξτε Ελληνίδες
με βότκα κι αφρόγαλα δεν ζουν οι πατρίδες.
Τρέξτε να δώσουμε μιαν ανασαιμιά
μην πάψει η πατρίδα να είναι Ρωμιά
τρέξτε να βάλουμε όλοι μας πλάτη
ελεύθερο να ’ναι, του ήλιου το άτι!
Ιωάννης Παναγάκος
---
Τα στιχάκια μου
Μέσα σε μια μπαμπού κουνιστή πολυθρόνα
κοιμούνται τα στιχάκια μου
κοντά σε μια λευκή κολώνα
κουρνιάζουν τα παιδάκια μου.
Η εκδότρια μου τόνισε:
Εσείς ξέρετε τα παιδιά σας.
Κι η ψυχή μου ρώτησε:
Πώς να διαλέξω τα παιδιά μου;
Μέσα στη κουνιστή πολυθρόνα
κινούνται τα βλέφαρά μου
κοντά στα αθώα μωράκια μου
αυτά γεύονται την ατέλειωτη χαρά μου.
Η εκδότρια μου τόνισε:
Σε δυο μήνες θα ‘χετε απάντηση.
Κι εγώ θυμήθηκα και ήχος δόνησε:
Είναι η πιο όμορφη κύηση.
Έτσι λοιπόν βρέθηκαν τα στιχάκια μου
σε πολυθρόνα που κουνιούνται
αρνητικά ή θετικά σαν γελάκια
δαφνοφόρα όμως στέφονται.
Αικατερίνη Ραμανδάνη
___
Αδελφέ μου άνθρωπε
ΙΖ’
Στην ησυχία,
Στο σιωπηλό δάσος,
μέσα στο πανηγύρι των χρωμάτων,
το θρόισμα των φύλλων
στο ξύπνημα της αύρας,
ήταν ο τρόμος των πουλιών.
Του αηδονιού το γλυκόλαλο τραγούδι
κοντά στο γλυκοχάραμα,
μέσ’ στου κισσού τα φύλλα,
ήταν το μήνυμα ζωής κι αγάπης.
Ήταν ο τρόμος της πεταλούδας
με τα πολύχρωμα φτερά.
Στους κρότους του πολέμου
και τις βροντές, στο θάνατο της Ειρήνης,
η λάμψη των πυρηνικών εκρήξεων,
θα ’ναι ο τρόμος των ανθρώπινων όπλων.
Θα ’ναι ο τρόμος των ανθρώπων.
Θα ’ναι ο θάνατος της ζωής.
Συμβατικές ισορροπίες της εξέλιξης.
Νίκος Ανώγης
---
Νυχτέρι
Δύσκολο είναι απόψε τούτο το ποίημα.
Τις σκέψεις απορρίπτω.
Τις δομές.
Τη σκοπιμότητα του έγγραφου λόγου.
Πόσο ν’ αντέξουν οι μέρες δεμένες;
Του έρωτα το πώμα σφαλιστό;
Θυμάμαι τους κυματισμούς
των χειλιών σου,
το χάρτη του προσώπου σου,
τα ρεύματα της χαράς σου,
την καρδιά μου στο πέρασμά σου.
Θα ’θελα να βλέπαμε μαζί
τούτο το ξημέρωμα.
Οι χιονισμένες κορυφογραμμές
ξυπνούν στη γυάλα των ματιών
και στη σκιά των βλεφάρων
τα δάκρυα λύνονται.
Κωστής Νέλλας
---
Με τόλμη και πίστη
Με τόλμη και πίστη
να χλευάζεις την κυοφορία του σκότους
την ορφάνια από αγαθά πνεύματος
την κακοσμία από το μαστό της κακότητας.
Στους ροδώνες της αγάπης
δρόσεψε το λιοπύρι σου
με φλυαρίσματα γόνιμης συγκομιδής.
Μετάγγισε εντός σου
το αναφιλητό της ταπεινότητας
τον αναστεναγμό των δακρύων.
Κάπου εντός σου
φωλιάζει το δάκρυ του Θεού
εγκυμονούν ελπιδοφόρα
εγερτήρια για σένα.
Τότε θυμήσου
στην κόχη του ήλιου ανθούν
τα ηλιοτρόπια του αίματός Του!
Υβόννη Αρνοκούρου-Κερεστερζή
---
Φως
Αναστενάζεις όλο και πονάς
για ένα όνειρο που χάθηκε
«κι όμως δεν μπορεί να θάφτηκε»
λες, γι’ αυτό και πάντοτε ζητάς,
να το ’βρεις στ’ άστρα, στο φεγγάρι,
στην θλίψη, στον πόνο, στην χαρά,
στα βήματά σου πάλι τα βαριά
τη Θεία ζητώντας μόνο χάρη,
μιας μοναδικής Αγιοσύνης!
Στους χώρους μέσα τους σκληρούς
μιας σύγχρονης ασχημοσύνης.
Καθώς ακόμα θες να δίνεις
πίστη σε σκοτεινούς καιρούς
για το Φως της
Άγιας Ειρήνης.
Κώστας Λιάκος
---
Με μαντινάδες θα τα λέω…..
Του φίλου το χαμόγελο
π’ αθίζει εις τ’ αχείλι
άρωμα είναι τση ζωής
και τση ψυχής η πύλη.
----------
Της βάλα(ν) σε Σαρακοστή
κι α σφίγκει το ζωνάρι
το γέλιο απ’ τα χείλια της
κιανείς δε θα το πάρει.
Του φίλου το χαμόγελο
π’ αθίζει εις τ’ αχείλι
άρωμα είναι τση ζωής
και τση ψυχής η πύλη.
----------
Της βάλα(ν) σε Σαρακοστή
κι α σφίγκει το ζωνάρι
το γέλιο απ’ τα χείλια της
κιανείς δε θα το πάρει.
Γιώργος Γιακουμινάκης
---
Ομόνοια
Σπάνια βλέπω τον ουρανό
ποτέ τη θάλασσα,
φύτρωσα
για πάντα εδώ,
ένα περίπτερο
στην Ομόνοια.
Άρτεμις Βαζιργιαντζίκη
__
ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΗ ΠΑΤΡΙΔΑ
Πλούταινε η Ελλάδα σε πείσμα του οργίου
βυζαίνοντας από τα στήθη του ουρανού
της Ήλιο,
γεννώντας σκέψεις σαν τα κρύα τα νερά,
ανεμίζοντας ευχές στους σταυρωτές της…
Πλούταινε η Ελλάδα σε πείσμα του οργίου,
φιλημένη από τα έγκατα της θάλασσας
βάθαινε… Ουρανός ακοίμητος…
Σε πείσμα του οργίου η Ελλάδα
φόρεσε γυαλιά σε όλες τις Κασσάνδρες
που την ήθελαν νυφούλα σε κηδεία…
Η Ελλάδα ξαναέγινε περβόλι.
Αναστασία Μιχελάκη
---
Δικαίωμα
Αφανέρωτη Οπτική
διεκδικεί εικόνες
μιας Άλλης χώρας.
Η θάλασσα ξεμακραίνει
στα όνειρα...
Για να γίνει Ποθητή!
διεκδικεί εικόνες
μιας Άλλης χώρας.
Η θάλασσα ξεμακραίνει
στα όνειρα...
Για να γίνει Ποθητή!
Έτσι λέει η
Λογική.
Επειδή το καράβι
δε φάνηκε στον ορίζοντα!
Έτσι λέει το Συναίσθημα.
Στον ίδιο δρόμο
βαδίζουν
νους και καρδιά
Επειδή το καράβι
δε φάνηκε στον ορίζοντα!
Έτσι λέει το Συναίσθημα.
Στον ίδιο δρόμο
βαδίζουν
νους και καρδιά
κι υποκρίνονται
πως είναι δυο ξένοι...!
πως είναι δυο ξένοι...!
Εύα Ντινοπούλου
----
Είναι οι άνθρωποι
που γκρεμίζουν τον Άνθρωπο,
οι άνθρωποι
που σταυρώνουν τον Άνθρωπο
που ποτίζουν κώνειο
τους επικίνδυνους αιώνες
για να διασωθούν οι αξίες!
… Τα προσχήματα
ντυμένα τους ήχους και τα χρώματα
των ιερών μας συντεταγμένων
συντηρούν τον φόβο
και ο φόβος το πορφυρούν ένδυμα
του αυτοκράτορα.
Άγγελος Λάππας
---
Οι σύγχρονοι «άθλιοι»
Έτσι αυθαίρετα σ’ έβαλαν
στο φαύλο κύκλο της λιτότητας.
Η συγκατάβαση του λαού περιττή.
Κι έπειτα σε βαπτίσανε
η Ελλάδα της Κρίσης.
Σημείο αναφοράς η Κρίση.
Αυτή ισοπεδώνει τα όνειρα.
Θρυμματίζει μέρες και νύχτες.
Χιλιάδες οι σύγχρονοι «άθλιοι».
Θα γευτούν τη φυλακή
για ένα καρβέλι ψωμί!
Άννα Ιωαννίδου
---
Εσωτερική αναζήτηση
Στην ανέμη τυλιγμένη.
Δώσε κλώτσο να γυρίσει.
Φωτεινό μονοπάτι ξετυλίγεται
ανάμεσα στ’ αστέρια.
Είναι αυτό το νόημα της ζωής;
Αναπάντητα ερωτήματα.
Ξαπλωμένος σε χειρουργικό τραπέζι,
παλεύω με τον εαυτό μου.
Είμαι εδώ, είμαι αλλού;
Ή, μήπως, είμαι παντού;
Ο χρόνος κυλάει σαν υδράργυρος.
Φευγαλέες σκέψεις με διαπερνούν.
Μια τελευταία: Ζω;
Γιώργος Νικολόπουλος
---
Ελεγεία
Ω! πράσινο των πεύκων
κατηφορίζοντας στη θάλασσα.
Των πουλιών μου πέταγμα
σαϊτιά στ’ αφρισμένο κύμα.
Το πέλαγος,
τεράστιο πουκάμισο
στο σώμα μου,
με τραβάει στους βυθούς.
Λήθη, φως σκοτεινό.
Βυθίζομαι.
Μουσικές υπόκωφες.
Στιγμές άκυρες…
Ντίνος Ε. Μιχελής
__
Υπάρχει μία σύγχυση
μέσα στην κοινωνία.
Οδοστρωτήρας έγινε
το κέρδος και το χρήμα.
Το ήθος, ο λόγος, η τιμή,
η ηθική αξία
ανεμοστροβιλίζονται
στου υλισμού το κύμα.
Οι έννοιες τίμιος και ηθικός
έχουνε πια αλλάξει.
Το χρήμα θεοποίησαν,
το κάνανε Θεό.
Όποιος μπορεί πιο έξυπνα
να κλέψει και ν’ αρπάξει,
σωτήρας εμφανίζεται
για το φτωχό λαό.
Γιώργος Μποτής
---
Ώρα περίσκεψης
Είπα να σ’ αφήσω να γεννηθείς ξανά
μέσα στην περίλυπη ψυχή μου προσδοκία,
όχι σαν έπαρση, μα σαν φωνή αλήθειας
στης σιωπής μου την άδολη προσμονή
την πανάκριβη ώρα της περίσκεψης,
ώρα απομεσήμερου προτού ο ήλιος γείρει.
Εγώ θα σε προσμένω κάτω από το φεγγάρι
μέχρι της νύχτας το αργό τελείωμα,
αντίκρυ στον φράχτη με τ’ ανθισμένα γιασεμιά
θα σε υποδεχτώ σαν δώρημα της μοίρας μου,
μέσα από το άρωμα και το σελάγισμα της αυγής,
αρμονικό θα είναι ταίριασμα στη μυστική χαρά μου.
Λευτέρης Κ. Γερόσταθος
---
Σε σένα
Στη μεγαλόθυμη καρδιά σου ριζώνει ο πόθος,
η ικμάδα του λόγου σου δροσιά αρχέγονη.
Τα στήθη τα
πελαγινά σου φωτογόνα,
η μακροθυμία σου αειφόρα μέσα μου.
Το μύχιο ταξίδι της αγάπης, βαθυστόχαστο,
καθώς ο ορίζοντας με το φως του προκαλεί.
Η θέλησή ου αδάμαστη, αγγίζει το τέλειο
κι η τέχνη της θυσίας σου απαράμιλλη.
Της καρδιάς σου το παρήγορο φως
μοσχοβόλημα του νου και της ψυχής.
Δημήτρης Η. Λούκας
---
Μακάρι
να ’ταν ψέμα
Σαν κεραυνός ακούστηκε το φοβερό χαμπέρι
κι έκαψε όλο το χωριό, μέσα στο καλοκαίρι.
Οι δείκτες σταματήσανε στου τόπου το ρολόι
και το μαντάτο αντήχησε λες κι ήταν μοιρολόι.
Καρτέρι ο χάρος έστησε σε δυο καλά αγόρια
πικρά τα δάκρια τρέχουνε από τη στεναχώρια.
Σ’ ένα ατίθασο άλογο, που το ’χανε καμάρι
δόκανο έβαλε κρυφά, μαζί του να τα πάρει.
Οι συγγενείς ερήμωσαν, οι γειτονιές, οι στράτες
και οι μάνες μόνες
έμειναν, με το σταυρό στις πλάτες.
Στερνή γι’ αυτές παρηγοριά στον ουρανό δυο αστέρια
πως αγγελούδια έγιναν τα δυο τους περιστέρια.
Νίκος Μπατσικανής
---
Η ταχεία
Πάνω στις βρεγμένες ράγες
Μια αγάπη ξεψυχά
Υποψίες αδηφάγες
Και τα όνειρα ρηχά.
Ξεκινά αργά το τρένο
Μ\ άφησες μ’ ένα φιλί
Από τη ζωή μακραίνω
Η ανάμνηση, κελί.
Έφυγες με την ταχεία
Το κορμί μου στις γραμμές
Σαν καπνός η ευτυχία
Κι όλα πάγωσαν στο χτες
Τούνελ σκοτεινό ο χρόνος
Κι είν’ ο ουρανός βαρύς
Δεν αντέχεται ο πόνος
Γύρνα πίσω να χαρείς!
Γιώργος Ευαγγελάτος
---
Ίμβρος νησί μου
(Αφιερ. στον φίλο
μου Κλεάνθη Ζούμπο )
Ξεριζωμένος βρίσκομαι
στη μάνα γη Ελλάδα
Ίμβρος γλυκιά πατρίδα μου
ψυχή, καρδιά σαν δάδα.
Σαν φυλαχτό στα στήθη μου
κάτι κρατώ από σένα
το ιερό το χώμα σου
την Παναγιά Παρθένα.
Ανατολίτες τύραννοι
μου πήρανε το σπίτι
φωτιά να πέσει να καούν
ωσάν μικρό σπουργίτι.
Θεία η εγκαρτέρηση
ποθώ να κατοικίσω
να κολυμπήσω στα νερά
και άλλο πια μην ζήσω.
Νησί την ομορφάδα σου
Θεός την έχει πλάσει
στην αγκαλιά σου επιθυμώ
να στήσω το γιορτάσι.
Νίκος Κότσικας
__
Συναισθηματική ανεπάρκεια
Η ανείπωτη
ειδυλλιακή σιωπή των δωματίων μας
τα προσποιητά
χαμόγελα των οικείων προσώπων
τα καλοπροαίρετα ή
μη χτυπήματα παρηγοριάς στην πλάτη
συνθέτουν τη
διαδοχική ανία της ζωής μας
Η μόνιμα ληγμένη
βίζα των διαβατηρίων μας
η γαλούχηση που μας
έγινε για την εξέλιξη των ανθρώπων
οι μνήμες απ’ το
ανθοστόλιστο του γάμου μας κρεβάτι
ψεύτικες κι
ειρωνικές συνθέτουν την ψυχή μας
Η ευδαιμονία που
αργεί σαν ήλιος στις αρκτικές πεδιάδες
η ατέλειωτη αναμονή
με αντίπαλο το χρόνο
που σε πολεμά
μανιωδώς σαν κάτι να του έχεις κάνει
κι εσύ ο έρμος να
σιωπάς, τι άλλο θα μπορούσες
Ακόμα ένα κερί,
ακόμα ένας ψίθυρος και όνειρα νιφάδες
να αργοπέφτουν
απαλά καλύπτοντας τον πόνο
να σου αφαιρούνε
σταδιακά το αγκάθινο στεφάνι
για να πιστέψεις
μέσα σου πως πάλι θα τολμούσες.
Αλέξανδρος Ακριτίδης
---
Προσεύχομαι ν’
αναστηθείς Πατρίδα
(Τερτσίνες)
Ποτίσαμε της γνώσης τα παρτέρια,
σπείραμε, θερίσαμε τον ουρανό,
μαζέψαμε στις χούφτες μας τ’ αστέρια,
παραδώσαμ’ ένα θόλο ορφανό.
Ξάφνου φυτρώσανε νέοι «πλανήτες»,
τ’ όνειρό μας συγκρατήσαν ζωντανό,
πέσαν περιπλανώμενοι ¨κομήτες¨,
κάψαν και το τελευταίο οχυρό.
Αυτούς τους προβιβάσαμε σε θύτες
και υπόσχονται ένα μέλλον… ανθηρό!
Υπόδουλος λαός δίχως ικμάδα,
διακονιάρηδες με μάτι βλοσυρό,
στο στόμα μας μια μόνιμη στυφάδα,
μα στην καρδιά μας ήλιος και ελπίδα.
Του πνεύματος είσαι το φως Ελλάδα,
προσεύχομαι ν’ αναστηθείς Πατρίδα…
Νίκη Βλάχου
---
Δε ζητάω πληρωμή
Αντάμωσα μια κούκλα,
χάιδεψα με το βλέμμα μου τα μάτια της,
με συγκλόνισαν,
μ’ αυτή δεν πρόσεξε τους κραδασμούς μου.
Άγγιξα με δέος
της πεταλούδας τα πολύχρωμα φτερά,
μ’ αυτή λικνίζοντας το κορμί της
πέταξε μακριά, αφήνοντάς με πίσω.
Ρούφηξα με απόλαυση
απ’ το γιασεμί την ευωδιά,
το ανάδεψα στα δάχτυλά μου τρυφερά
μ’ αυτό δεν τ’ άγγιξε τ’ άρωμα το δικό μου
Καλοτύχησα τ’ αθώο περιστέρι,
Καλοτύχησα τ’ αθώο περιστέρι,
που γουργουρίζοντας φτερούγισε δίπλα μου,
δεν καταδέχτηκε το ψιχουλάκι,
που του πρόσφερα,
και μ’ απόρριψε.
Τι κι αν αδιάφορα
περνούν σιμά μου οι τυχεροί;
Εγώ αγαπώ και δε ζητάω πληρωμή.
Ζωή Τζιράκη-Παπαδημητρίου
---
Μνήμη
Της μνήμης
τα αδυσώπητα κενά
ποτέ αναίτια
να μην γεμίσεις,
μόνο ουσίας
του χρόνου σου στιγμές
προσπάθησε να ψηλαφίσεις.
Τη μνήμη σου
προκάλεσε
με θύμησες αιώνων,
τα νερά της τάραξε
σε χώρες ειδυλλιακές
πνευματοκρατόρων.
Σκαλοπάτια ανέβα
στο ουράνιο φως,
αυτός ο μόνος λυτρωμός.
Τ’ αδήφαγο σκοτάδι
καραδοκεί,
πρόσεχε μην αφήσεις
μέσα σου να μπει,
για να μη γίνει αφορμή
της Απούσας Μνήμης
στων λογισμών σου
την πνοή.
Ανθή Αυγέρη
Α’ Βραβείο ΚΕΛΑΙΝΩ
Είχες
Είχες, μέσ’ τον ειρμό της σκέψης σου
το ανεπίστρεπτο στη μοίρα σου
σημάδι μοναξιάς,
όμοιο μ’ εκείνο το κρυφό
που δέχτηκα και λάτρεψα δικό μουο.
Είχαμε κι οι δυο ανταμωθεί
σε ώρες ίδιας ερημιάς,
με τη φευγάτ’ ελπίδα μας να ζει
μέσ’ την ολότελα αφέγγαρη
του λάθους μας πορεία,
αγαπώντας πρωτόγνωρα αληθινά
ένα όνειρο μοναχικό
απλό κι ασήμαντο σαν τη ζωή μας.
Αλεξάνδρα Βαΐτση-Βάκρου
---
Μάχομαι προσδοκώ
κι ελπίζω…
… Ως εκεί που δε φτάνει το άδικο…
… Ως εκεί που δε θεριεύει το μίσος…
… Ένας ζεστός ήλιος παραμονεύει
πέρα από το σήμερα…
… Ένας γλυκός ήχος γροικιέται
πέρα από το αύριο…
… Όνειρα προσμονής και αναζήτησης
συνοδεύουν τα βήματα της ζωής μας…
… Αίολος καβαλάρης
στην πνοή κουρσεμένου ανέμου,
θα σε σεργιανίσω
στ’ ανθισμένα λιβάδια της Άνοιξης…
Σταύρος Καλυβιώτης
---
Αχ, Πατρίδα μου Ελλάς…
Εμείς δεν γράφουμε πια ιστορία
της ιστορίας ο πρώτος ο λαός
σκληρή μας έρχεται η τιμωρία
μπροστά υπάρχει απέραντος γκρεμός....
Αχ, Πατρίδα μου Ελλάς
πες μου αλήθεια αν πονάς
έτσι που σε κυβερνούμε
έτσι που σε οδηγούμε
σκαλοπάτι-σκαλοπάτι
στου γκρεμού το μονοπάτι.
Χάνουμε πλέον τα ιδανικά μας,
σέρνει τα πόδια του ο Ελληνισμός.
Τι θ' απογίνουνε πια τα παιδιά μας ;
Μπροστά υπάρχει απέραντος γκρεμός.
Οι Αλβανοί μας δίνουνε χαστούκια,
Τούρκοι , Ευρωπαίοι και οι Σκοπιανοί
κι εμείς παλεύουμε με λόγια κούφια
σαν.... φουσκωμένοι σάκοι αδειανοί.
Χωρίς πυξίδα πήραμε πορεία
εμάς μας λείπει ένας αρχηγός
που συνετά θα πιάσει τα ηνία
και θα μας οδηγήσει πάλι εμπρός.
Αχ πατρίδα μου ΕΛΛΑΣ…
της ιστορίας ο πρώτος ο λαός
σκληρή μας έρχεται η τιμωρία
μπροστά υπάρχει απέραντος γκρεμός....
Αχ, Πατρίδα μου Ελλάς
πες μου αλήθεια αν πονάς
έτσι που σε κυβερνούμε
έτσι που σε οδηγούμε
σκαλοπάτι-σκαλοπάτι
στου γκρεμού το μονοπάτι.
Χάνουμε πλέον τα ιδανικά μας,
σέρνει τα πόδια του ο Ελληνισμός.
Τι θ' απογίνουνε πια τα παιδιά μας ;
Μπροστά υπάρχει απέραντος γκρεμός.
Οι Αλβανοί μας δίνουνε χαστούκια,
Τούρκοι , Ευρωπαίοι και οι Σκοπιανοί
κι εμείς παλεύουμε με λόγια κούφια
σαν.... φουσκωμένοι σάκοι αδειανοί.
Χωρίς πυξίδα πήραμε πορεία
εμάς μας λείπει ένας αρχηγός
που συνετά θα πιάσει τα ηνία
και θα μας οδηγήσει πάλι εμπρός.
Αχ πατρίδα μου ΕΛΛΑΣ…
Γιώργος Γιακουμινάκης
___
Το δεντρί και το ποτάμι
Ένα δεντρί μόνο
του.
Μάλαμα το έτρεφε ο
ήλιος και
καθάριο
ασήμι η νυχτιά…
Ένα ποτάμι μόνο
του.
Το δεντρί ολημερίς
άπλωνε τις ρίζες
του βαθιά ,
βαθιά μέσα
στην καρδιά του
ποταμού,
ρουφούσε όλες τις μνήμες
από τους μπλε
ωκεανούς, τις μαύρες αποβάθρες
από τις ιώδεις
θάλασσες και το αθώο χιόνι!
Το ποτάμι άχνιζε
μέσα στα όνειρα της ομίχλης.
Θέριεψε το δεντρί
,πέρασε ακόμα και το σύννεφο!
Τον έρωτα του
ποταμού αντάμωσε !
Μέσα στις φλέβες
του στροβιλιζόταν
και είχε χρώμα
πορφυρό ,
είχε μεγάλη φλόγα.
Έκαιγε τα κλωνάρια
του και εκείνα
στεντόρεια μπράτσα τα σύννεφα
αγκάλιαζαν, και
στο θεό μιλούσαν.
Έτσι είναι πάντα ο
έρωτας στα σιωπηλά ουράνια
άτρωτο και ανέμελο
μπορεί να σε ανεβάσει
και στο κορμί σου
ανάσαση και ανάσταση να φέρει.
Ένα δεντρί και ένα
ποτάμι …
Μαρία Ζαβιανέλη
___
Ο Άδωνις
Με ένα τσαμπί ολόδροσο σταφύλι,
και έναν ήλιο που ’καιγε μέσ’ τη ματιά,
στη πόρτα τη ζωή αναζητούσες,
που το κισμέτι είχε γραμμένη στα χαρτιά.
Σαν κυπαρίσσι απ’ άνοιξη ανταριασμένο,
και με τον Άδωνι ανθρώπινη κορμοστασιά,
με τα μαλλιά του Κούρου δασωμένα,
τα ζάρια έριχνες προσμένοντας ψαριά.
Κι οι Μοίρες πέρασαν τυχαία απ’ την πόρτα
εκοντοστάθηκαν σιωπηλά, εκοίταξαν ξανά,
ήτανε κάλεσμα θεών η ζωγραφιά, ανθοβολούσες,
έσκυψαν και έγραψαν κι άλλα, μέσ’ τα χαρτιά.
Βλάζια Φαϊδά
---
Συνοπτικές
οπτασίες
Σε οπτική
παρά φύσιν νεκρή
με κτισμένη του τοίχου ημέρα
κίτρινο του χρωμίου βάζο,
συν γυάλινο ροζέ ρόδο,
σε κορνίζα oxide μαύρο,
με μπλε κοβαλτίου από ναυάγιο…
Συντονιστής στο θέμα μου
ακρυλικά συνάζω.
Για να αλλάξω την υφή
τοιχογραφία τάζω…
Σπάζω στου ρόδου τη σπορά…
Περνάω λιβάδια αύριο…
Κλιμακωτά στο κλίμα μου…
Πράσινο μπλε σταλάζω…
Συνολικά στο φόντο μου…
Φόρτσα το φως
Ultra marine
συνοπτικά γαλάζιο…
Βενετία Σιώντα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου