Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ


ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ Σ' ΟΛΟΥΣ ΤΟΥς ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ


ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ CLUB ΚΕΛΑΙΝΩ

Πάνδημη σιωπή
Δες, σώπασαν κι οι ποιητές,
με βυθισμένα πόδια στην ιλύ
των εκβολών του Έβρου,
με διδυμότειχα ακροδάχτυλα
σε εικονικές σκανδάλες περασμένα.
Δες, σώπασαν κι οι ποιητές,
ηχούν μονάχα συριγμοί
από παιδιάστικα πνευμόνια στο αρχιπέλαγος,
ερπύστριες οι θύελλες
ισοπεδώνουν της Σαπφούς τη νήσο.
Δες, σώπασαν κι οι ποιητές,
με χέρια άχρηστα κουπιά,
ριγμένα στ' ακρογιάλι
-στης πανδημίας τον καιρό
εμπύρετοι οι φόβοι -
με δισκοπότηρα και σύριγγες
κρεμάμενά τους περιδέραια,
ιχνηλατούν απελπισμένα, λέξεις
και σιωπούν,
γερνούν,
μέρα τη μέρα,
κύτταρο το κύτταρο,
φόβο τον φόβο.
Δίσεχτοι κι ύπουλοι οι καιροί, θα πεις.
Πάνδημη τούτη η σιωπή
και με τρομάζει.
Βαρβάρα Χριστιά,

====
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ι
Ανίδεη, ανυποψίαστη μήτρα,
όπου, του ωραίου το σπέρμα καρτερείς
στα βάθη σου να πνίξεις, καταλύτρα δύναμη του θανάτου και της ζωής.
Το αίμα σου, αδηφάγα φλόγα, δίχως
βούληση, ποταμός τυφλής ορμής,
μα εκεί, απ' την ηδονή στενάζει ο στίχος
κι ο στοχασμός κυλάει της μουσικής.
Νόθα παιδιά σου τα όνειρα, οι αιώνες
κατάπληκτοι στο φέγγος που σκορπάς
και υψώνονται οι "βωμοί" και οι "Παρθενώνες"
σ' ένα σου μόνο νεύμα όπου περνάς.
Πάντα μπροστά σε Σένα φέρνει ο δρόμος,
το κάθε τι από Σένα ξεκινά,
την ανυπότακτη σου σάρκα, νόμος
άλλος από τη βία δεν κυβερνά.
ΙΙ
Τίποτα δεν αξίζει έξω από Σένα
κι ειν' ετερόφωτα όλα, όσα μπορεί
απ' την πνοή να υψώνονται φερμένα
της Τέχνης και να λάμπουν στη ζωή.
Κι είναι κλεισμένο στα μικρά σου χέρια,
σαν ένα μικρό "τίποτα", το παν,
στα δάχτυλα σου ανάμεσα, τ' αστέρια
σαν ποταμός χρυσός κατρακυλάν.
Ο,τι μπορεί στη μοίρα του θανάτου
παλληκαρήσιο αντίκρυ να σταθεί,
ό,τι χαμογελά στη γη εδώ κάτου,
του ανθρώπου, ό,τι χαρά είναι και τιμή,
είναι από Σένα: Η ομορφιά των τόπων,
η δόξα των λαών και των καιρών,
τα γεννημένα, απ' των ωραίων κόπων
θαύματα, των ανθρώπων και των θεών.
Γιώργος Λιάκος
(από την συλλογή ποιημάτων του, "Διάττοντες"
Έκδοση του 1974. Γέννηση του 1911, θάνατος 1983).

====
Το Τραμ και η Μαντάμ
(Ευθυμογράφημα) γράφει ο Νίκος Μίχαλος

   Μόρτης:   Ανεβαίνω εις το τραμ, κατεβαίνει μια μαντάμ, αναμπάμ και παπαντάμ. Κατεβαίνω κι εγώ και την παρακολουθώ. Η μαντάμα είναι πρώτης από φάτσα κ.λ.π., πίσω μου σ’ έχω σατανά. Στο επόμενο το τραμ ανεβαίνει η μαντάμ, ανεβαίνω κι εγώ και καθόμαστε μαζί, της σφυρίζω στο αυτί, στις 7 η ώρα νταν, στου Τζελέπη την ακτή. Γέρνει επάνω μου και λέει: Θα ’ρθω μην ανησυχείς. Ρίχνω το ωρεβουάρ, χαιρετάω τη μαντάμ, κατεβαίνω από το τραμ, κατεβαίνει κι η μαντάμ. Φρέναρε μετά το τράμ και φωνάζουμε πολλοί, αν σε πιάσουμε μωρή θα σε πάμε φυλακή. Ρε τη σκρόφα τη μαντάμ, αναμπάμ και παπαντάμ, μού ’φαγε το πορτοφόλι, να ’το το μεγάλο μπαμ, το επλήρωσα καλά, τώρα τρώω κουλουράκι στου Τζελέπη την ακτή. Θα δουλέψει το τραμ δύο για να πάω στην Αθήνα. Μα σε τραμ δεν ξαναμπαίνω, θα κοιτάω μόνο μέσα κι αν τρακάρω τη μαντάμ θα την πνίξω στην στιγμή ή που θα την τσιτσιδώσω και ας πάω φυλακή. Νόμιζα πως θα την ρίξω, αλλά μ’ έριξε αυτή, τι το ήθελα ο δόλιος το ψου-ψου μες το αυτί και την έπαθα σαν βλάκας που του φάγαν το πουγκί. Α, ρε μόρτη τι σε βρήκε, φάε τώρα κουλουράκι στου Τζελέπη την ακτή. Σου την έσκασε  η γυνή, ωχ σκασίλα και αυτή! Τι το ήθελα το τραμ, αναμπάμ και παπαντάμ.

Υ.Γ.     Μόρτες της νέας εποχής δουλέψτε πατινάκι… Το τραμ κίνδυνος θάνατος, κρατήστε αποστάσεις, μη σας τρακάρει η μαντάμ με το μακρύ χεράκι. Και βάρδα από τις όμορφες, μάγκες μου φυλαχτείτε… Ν. Μ.
====

Η στιγμή της υπέρβασης

Τις τελευταίες μέρες έχουν έρθει όλα πάνω κάτω στον πλανήτη.
Οι δρόμοι αδειάζουν, οι φωνές σιγούν
… ο φόβος, ο φόβος, ο φόβος του αγνώστου.
Είσαι μικρός μπροστά στο άγνωστο.
Ξαφνικά τείχη χτίζονται γύρω σου και λιγοστεύει ο ουρανός
και τα τείχη όλο και υψώνονται και η επαφή
ένοχη χωρίς ελαφρυντικό εκτελείται στα έξι μέτρα.
Την πυροβολούμε δε και στα μάτια ανάμεσα
για να είμαστε σίγουροι πως δεν επέζησε.
Μετά από καιρό θα μάθουμε ν’ αγγίζουμε από την αρχή.
Θα εκτιμήσουμε την ακριβή αίσθηση που αφήνει ένα χάδι.
Με πήρε τηλέφωνο η μάνα μου «Πώς είσαι παιδί μου;» με ρωτά.
«Καλά μάνα» της λέω. «Μη φοβάσαι, όλα υπό έλεγχο.»
Πήρε το τηλέφωνο ο πατέρας μου «Όλα καλά κόρη; Ηθικόν;» με ρωτά.
«Ακμαιότατον» του λέω. «Βαστάμε γερά»
Με πήρε τηλέφωνο η αδερφή μου «Ρε, κοίτα μην πάθεις τίποτα! Δεν μπορώ»
«Πού πάς μαμά;» με ρωτούν τα παιδιά. «Στο νοσοκομείο, αγάπες μου»
«Πάλι στο νοσοκομείο;» μουτρώνουν
«Πάλι ματάκια μου. Η θέση της μαμάς είναι εκεί. Να βοηθήσει όποιον έχει ανάγκη. Αυτό δεν είπαμε ότι κάνει η μαμά;»
«Και πότε θα γυρίσεις;» ρωτά η πιο μικρή μου.
«Όταν σκοτώσουμε τον γίγαντα» της λέω σοβαρά.
Γουρλώνει τα μάτια … «Γιώργο» φωνάζει τον μεγάλο της αδερφό, «η μαμά θα παλέψει με έναν γίγαντα.»
«Όχι, μόνη μου μωρό μου. Είμαστε πολλοί μαζί» της λέω.
«Ε, τότε θα τον νικήσουμε τον γίγαντα μαμά» συνεχίζει. Γεμίζουν τα μάτια μου.
«Και βέβαια θα τον νικήσουμε» της λέω εγώ.
«Λοιπόν τι είπαμε; Προσέχουμε ο ένας τον άλλον, δεν τσακωνόμαστε, ζητάμε συγγνώμη, αγαπάμε πολύ και γελάμε πιο πολύ. Εντάξει;»
«Εντάξει μαμάααα» φωνάζουν και τα τρία μαζί και γεμίζει η αγκαλιά μου παιδιά. Σηκώνομαι, παίρνω τα πράγματά μου, νερό, καφέ, τα γυαλιά μου, κλειδιά, κινητό… βγαίνω από το σπίτι, κλειδώνω και φεύγω.
Τις τελευταίες μέρες όταν πηγαίνω στη δουλειά δεν ξέρω αν θα επιστρέψω. Όλα γύρω μας είναι τόσο ρευστά. Τα πράγματα αλλάζουν ώρα την ώρα. Είναι η στιγμή του θάρρους, η ώρα του χρέους, η ώρα που ζυγίζεις τα πράγματα μέσα σου και βλέπεις αν είσαι στη σωστή μεριά του ποταμού.
Είναι η στιγμή της υπέρβασης… αν φοβάμαι;
Δεν φοβάμαι τη μάχη… φοβάμαι τον απολογισμό μετά το τέλος του πολέμου. Έχω συμβιβαστεί με μια πιθανή ήττα, έχω συμβιβαστεί ακόμα και με την ιδέα ότι ίσως μια μέρα δεν επιστρέψω. Αυτό που δεν αντέχω είναι η σκέψη των ψηλών τοίχων και των άδειων δρόμων. Μου φτάνει η σκέψη ότι αρχές καλοκαιριού η πλατεία θα αντηχεί γέλια παιδικά.
Μένουμε εδώ, στη ρωγμή του χρόνου, στη στιγμή της υπέρβασης, πιστοί στο καθήκον, γιατί όσοι έχουμε κάτι να προσφέρουμε τώρα είναι η ώρα…
Να προσέχετε τους εαυτούς σας… είστε πολύτιμοι.
Ταπεινά,
Ε Νοσηλεύτρια ΜΕΝΝ, Π. & Α. Κυριακού

====
Στον Κωστή Παλαμά

(Σαν χθες -27 Φλεβάρη- το 1943 έφυγε από τη ζωή)
Σε γύρεψα ω! ποιητή με τ' άγιο καλαμάρι,
που χρόνια αποτύπωνε την άχραντη λαλιά σου,
(όψη Αγίου θύμιζε και μόνο η θωριά σου)
σε βρήκα στα ποιήματα, στων στίχων σου τη χάρη.
Άγρυπνος στα ξορκίσματα της πίκρας μου να βγει,
ανήμπορος ακούμπησα στο χάος της ψυχής σου,
όμηρος εθελούσια της αύρας της γραφής σου,
που λεύτερο με άφηνε στην πρώτη ροδαυγή.
Στα μάτια μου διαβαίνανε οι φωτεινοί σου στίχοι,
γαλήνια με συντρόφευαν τα βράδια μου τα μόνα,
ιέρειες π' ανάβανε δάδες στον Παρθενώνα,
ω! σεις αξίες της ζωής, στοιχήματα στην τύχη.
Εκεί στης λιμνοθάλασσας κάποιο ρηχό βυθό,
με τους καημούς σου συντροφιά στο ήρεμο ακρογιάλι,
(ίδια και μένα η μοίρα μου, κι εγώ δεν γνώρισ' άλλη)
φιλούσα τη σελίδα σου πριν αποκοιμηθώ.
Μανώλης Λυκάκης
. Από την πρώτη μου ποιητική συλλογή,
με λίγες βελτιώσεις τώρα.

====

Το διακύβευμα
 
Τούτες τις συμπληγάδες
που σέρνονται στης γης τα χνώτα
στα ζάρια να τις παίξω
μου 'πε η έγκλειστη ουλή μου.
Ίσως και χάσω
το έσοπτρό μου κλάμα
που σφίγγει με θηλιά
το ράμα της πληγής μου.
Ίσως έτσι να αποσώσω
της ήττας το διακύβευμα.
            Λίτσα Δημητροπούλου

====

Με σημαία την ελπίδα

Κι αν απόψε η θάλασσά μας έχει νάρκες
και τις πόρτες έχει ο ορίζοντας κλειστές
μες στο δάκρυ μας θα σπρώξουμε τις βάρκες
κι ας μην είναι οι προκυμαίες ορατές.

Με σημαία την ελπίδα μας και πάλι
θα σαλπάρουμε για τόπους μακρινούς
θα ν’ το πέλαγο γλυκό, κι αγάλι - αγάλι
θ’ αρμενίσουμε ξανά σ’ ωκεανούς.

Στόχο θα ’χουμε το φως της προσευχής μας
την Ιθάκη μας στα μάτια τ’ ουρανού
θάρρος άφθαρτο απ’ τον ήλιο της ψυχής μας
πόθο άχραντο τη θέωση του νου.
Ιωάννης Παναγάκος

====

Άσπρο-Μαύρο

Η χρονική πληρότητα ήρθε νωρίς.
Τα πρόσωπα άλλαξαν μορφή
κι η ασχήμια ενός ειρωνικού χαμόγελου
έριξε το σκούρο πέπλο του, παντού.
Άσπρο μαύρο γύρω μας.
Αντίθεση τόσο όμορφη, όσο και παγερή.
Δεν σε αγγίζω, δεν σου μιλάω, δεν σε ακούω.
Με μαύρα γάντια κυκλοφορείς.
Κανένα αποτύπωμα πια.
            Λένα Φατούρου

====

ΕΕΕ ΜΑ ΝΑΙΙΙ...
Δέσμιοι της αναισθησίας μας.

Πιαστήκαμε όλοι δέσμιοι εις του ιού την.. .φάκα
γιατί ο ωχαδελφισμός μάς τρύπωσε στη βράκα.
Στον Έλληνα να μην του πεις " δύσκολη είναι η ώρα! "
γιατί σαν τον ανεύθυνο, θα κάψει όλη τη χώρα!
Δεν θα την κάψει με δαυλό, ούτε με βιτριόλι!
Μα θα την κάψει το μυαλό που κυβερνάμε όλοι.
Παράδειγμα δεν τον "ξυπνά" !Δεν σκέφτεται... τ ε λ ε ί α...
Δεν βλέπει πόσοι χάνονται δίπλα στην Ιταλία.
Όλα τα παίρνει αψήφιστα! Ζαμανφουτίστας πρώτος!
Τα λόγια σας, κούφια, απλά! Κι η σιωπή μου κρότος!
Νομίζουν πως τα κλείσαμε όλα σ αυτή τη χώρα,
γιατί είναι μέρες... διακοπών...... ξεκούρασης ...η ώρα...
Στις παραλίες σκόρπισαν σαν τους κοχλιούς στα βράχια...
πράμα δε λογαριάζουνε ... παιδιά ούτε γεροντάκια.
Θα θελα να ταν ψέματα όλο αυτό που ζούμε...
και γρήγορα εις τον ρυθμό ξανά όλοι να μπούμε.
Μα δυστυχώς το ξέρουμε πως σκάβουμε το λάκκο
γιατί η απαιδευσία μας δεν έχει πλέον πάτο!
Κι αν ο ιός εβάλθηκε ... κορώνα να ... φορέσει,
αν δεν ακούμε ειδικούς κι εδώ... Θα βασιλέψει!
Ας μείνουμε στα σπίτια μας. Το έξω δεν μας σώνει!
Αντίθετα, γίνεται εχθρός και πιάνει το ...τιμόνι,
και πάει το καράβι μας ολοταχώς στην ξέρα
για να μη δούνε τα μάτια μας μια καλήν ημέρα!
Αδειάζουμε τα ράφια τους μέχρι να πεις το 'τρία,
θεώρημα κι αξίωμα εις την γεωμετρία.
Αυτός ο νέος ο εχθρός δεν είναι σαν τους άλλους
μα είναι τρομερότερος κι από τους πιο μεγάλους!
Προσωπική την λένε πια ετούτη την ευθύνη
κι αν δεν το μάθει η γκλάβα μας, ΚΑΝΈΝΑΣ δεν θα μείνει!
Η υποδομή στη χώρα μας, έναν αιώνα πίσω!
Δεν θέλω να το φανταστώ κι ούτε και να το ζήσω!
Θα γίνει ο ...τρίτος πόλεμος να βρεις ένα κρεβάτι
για μάσκες θα σκοτώνονται μια δεκαριά νομάτοι.
ΈΛΛΗΝΑ ΒΆΛΤΟ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ : ΤΟ ΜΌΝΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΣΏΖΕΙ
ΕΊΝΑΙ Η ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΌΧΙ ΤΟ ... ΚΑΡΌΤΣΙ!
.............
ΜΕ ΤΟ ΝΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΆ ΣΤΗΝ ΠΟΛΎΠΑΘΗ ΙΤΑΛΊΑ!
ΚΆΝΤΕ Ό,ΤΙ ΧΡΕΙΆΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΓΊΝΟΥΜΕ ΙΤΑΛΊΑ...
            Χρυσούλα Πλοκαμάκη

====

Ο κορωνοϊός Β΄

1.Αφού έκανε του κόσμου τις απάτες,
τον έπιασε του νόμου το σχοινί
και, πράγμα σπάνιο για παραβάτες,
τον κλείσανε τον μάγκα στην στενή.

2.Εκεί περνούσε όμορφα κι’ ωραία,
καθότι κέντρο παραθερισμού(…),
τηλεόραση, αραλίκι και παρέα,
κι' από φαΐ να τρώει του σκασμού.

3.Μέχρι που κάποιοι εγκέφαλοι βλαμμένοι
ψήφισαν νόμο δίχως λογική:
Άδεια να παίρνουν οι φυλακισμένοι!
Κίνητρο για να μπαίνεις φυλακή...

4.Έτσι ο φίλος κάθε τόσο άδεια
έπαιρνε. Κι’ ήταν πάντα συνεπής,
σε όλα τυπικός, χωρίς ψεγάδια,
υπόδειγμα και κύριος περιωπής.
-
5.Αλλά, προχθές τα πάντα καταστρέφει!
Άδεια παίρνει, αλλά αφελώς,
στη φυλακή του ο βλαξ δεν επιστρέφει!
Τον ψάχνουν. Που να είν’ ο απολωλός;

6.Στο κινητό ο διευθυντής τον κατσαδιάζει:
-Που είσαι και εκτέθηκα εγώ;
-Στο σπίτι. Η πολιτεία διατάζει
λόγω κορωνοϊού έξω μη βγω!!!
Λευτέρης Μουφτόγλου

====

Καληνύχτα Ραμόνα

Μου 'παν
να 'χω τον νου μου
εδώ βρυχάται η μαύρη θύελλα
θανάσιμος ιός παρελαύνει.
Μην κυλάς, μην βηχάς, μην
μου 'παν
και κρέμασα τα χέρια μου
απ' τα παράθυρα.
Φώναξα κι άλλους
τροβαδούρους του πόνου
εγώ κρατούσα το βιολί
κι οι άλλοι το δοξάρι.
Viva, viva l' Italia
αναφωνούσαμε.
Μονάχα περιστέρια
και μαύρο χιόνι
περπατούν πια στο Μπέργκαμο
στη Μπρέσια.
Viva, viva l' Italia
καληνύχτα Ραμόνα.
(Για την Ιταλίδα φοιτήτρια, θύμα του κορονοϊού)
20/3/2020       
Λίτσα. Δημητροπούλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου