Σάββατο 16 Ιουλίου 2022

Ο Καραγκιόζης σε γαλλικό εστιατόριο

          

                                                                                         Συγγραφέας: Νίκος Μίχαλος


 

Εστιατόριο «ΜΑΣΣΑΛΙΑ»

Καραγκιόζης: (Μονολογεί) Τι ωραία που περνάνε όλοι, εδώ στη Μασσαλία. Φαγητά έχουνε φίνα κι αν μπορέσω να μπω μέσα, θα ρημάξω την κουζίνα. (Μπαίνει μέσα στο εστιατόριο)

Γκαρσόν: Μπονσουάρ μεσιέ Καραγκιοζέ, πέρασε, ασέ γιε βού.

Καραγκιόζης: Άσε τα ρεζερβουάρ, άσε και τα σε ντε βου, φέρε γρήγορα μενού.

Γκαρσόν: Βου παρλέ φρανσέ μεσιέ;

Καραγκιόζης: Δεν παρλάρω γαλλικά, πάρλα εσύ ελληνικά. Φέρε μου καλό μεζέ κι ένα πιάτο φασολέ.

Γκαρσόν: Φασολέ απαγορέ, ξέρετε γιατί μεσιέ.

Καραγκιόζης: Τότε φέρε το μεζέ.

Γκαρσόν: Έχουμε κοτοπουλέ, βουλέ βού κοτοπουλέ;

Καραγκιόζης: Ναι, αλλά ψητέ σουβλέ.

Γκαρσόν: Βουλέ βου μακαρονέ;

Καραγκιόζης: Άμα έχουν τρύπες ναι, και να είναι φρικασέ.

Γκαρσόν: Πάω κι έρχομαι μεσιέ. (Σε λίγο) Βουαλά κοτοπουλέ, βουαλά μακαρονέ.

Καραγκιόζης: Άστα και αλέ, αλέ.

Γκαρσόν: Βουλέ βού καφέ απρέ;

Καραγκιόζης: Άσε πρώτα μασουλέ και μετά φέρνεις καφέ.

Γκαρσόν: Πώς πληρώνετε μεσιέ, μετρητοίς ή αλά καρτ;

Καραγκιόζης: Θα σκεφθώ και θα σου πω. Φέρε πρώτα το κρασί, πιάσε μου ένα μπορντώ, σε μεγάλο μπουκαλέ.

Γκαρσόν: Πάω και θα ξαναρθώ, μ’ ένα κόκκινο μπορντώ.

Καραγκιόζης: Πριν να φύγεις όμως, πες μου, πού είναι η τουαλέ;

Γκαρσόν: Όπως βγαίνετε α γκός (δηλαδή αριστερά).

Καραγκιόζης: Ό,τι πρέπει για να στρίψω, να λακίσω σαν λαγός!

Γκαρσόν: (Σε λίγο) Βουαλά κρασί μπορντώ, βουαλά λογαρια-σμός. Πώς θα πληρωθούν μεσιέ, μετρητοίς ή αλά καρτ;

Καραγκιόζης: Γράψτα όλα βερεσέ. Έτσι κάνω όπου πάω.

Γκαρσόν: Ω, μεσιέ είναι ντροπή.

Καραγκιόζης: Τότε κράτα τη μισή και την άλλη τη μισή, τύλιξέ τη σε χαρτί.

Γκαρσόν: Σας παρακαλώ μεσιέ, αν τα γράψω βερεσέ, χάνεις δώρο σαμπανέ. Αν πληρώσεις μετρητοίς, παίρνεις δώρο και κρασί, για να ξαναρθείς ισί, στο δικό μας μαγαζί.

Καραγκιόζης: Αν με ξαναδείς εσύ, κάποιο θάμα θα γενεί.

Γκαρσόν: Περιμένω στη γωνιά, να μου δώσεις τα λεφτά. Βερεσέ όμως δεν έχει κι αν δεν έχεις να πληρώσεις θα’ρθω με τ’ αφεντικό, να σε κάνει μπλε μαρέν.

Καραγκιόζης: Ωχ μανούλα μου, τί θα κάνω τώρα, για να γλιτώσω το ξύλο, πρέπει κάνει να σκεφτώ, για να στρίψω όπως λένε γαλλικά, το γκαρσόνι με κοιτάζει, πώς θα εξαφανιστώ;

Γκαρσόν: Τελειώνετε μεσιέ, έχουμε κι άλλη δουλειά.

Καραγκιόζης: (Σε λίγο φωνάζει) Γκαρσονέ, ε γκαρσονέ, έσπασε ένα κουμπί από το παντελονί. Θα μου πέσει το βρακί, φέρε γρήγορα κλωστή, για να ράψω το κουμπί και μετά θα πληρωθείς.

Γκαρσόν: Αταντέ, υπομονή, θα γυρίσω στο λεπτό.

Καραγκιόζης: Ό,τι πρέπει για να στρίψω και να εξαφανιστώ, μέσα από την τουαλέτα, όπως βγαίνουμε α γκος. Γεια χαρά σου γκαρσονέ, μωρέ χόρτασα μεζέ, πάω τώρα για Ελλάδα, την εβόλεψα στο τζάμπα, αλλά όταν θα ξαναρθώ ή με σμόκιν ή με φράκο, θα τους πω είμαι ο Δούκας Καραγκιόζ ντε λα Μπερντέ. Και στο τέλος θα τους πω, στείλτε το λογαριασμό, στο Maison ντε λα Παράγκα, αριθμός 00.

Αγλαΐα: Ε, Καραγκιόζη, ξύπνα! Τι έπαθες πάλι και λες στον ύπνο σου κοτοπουλέ, μακαρονέ, σαμπανέ και άλλα τέτοια;

Καραγκιόζης: Τι να κάνω ρε γυναίκα, τώρα πια φαί έχει μόνο στον ύπνο. Ήμουνα λέει στη Γαλλία, στην ωραία Μασσαλία, έτρωγα και έπινα μεζεδάκια και κρασί, αλλά με ξύπνησες εσύ κι έχασα και τη σαμπάνια, δώρο από το μαγαζί. Τώρα πάλι φασολάδα, στην ωραία μας Ελλάδα!

    


Τρίτη 19 Απριλίου 2022

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

  22ος Ετήσιος Διεθνής Διαγωνισμός Ποίησης,

του Λογοτεχνικού περιοδικού «Κελαινώ»

 

Θέμα: Την Πατρίδα μ’ έχασα…

(Ξεριζωμός, συνωστισμος,προσφυγιά)

 

Συμμετοχή μ’ ένα ποίημα, (ανέκδοτο και αδημοσίευτο οπουδήποτε), γραμμένο σε ηλεκτρονικό υπολογιστή , (γραμματοσειρά Times New Roman No 14) στη Νεοελληνική, σε οποιαδήποτε μορφή ποιητικής έκφρασης, όχι περισσότερο  από 32 στίχους, χωρίς οι στίχοι να είναι πολυσύλλαβοι και σ’ απλό διάστημα. Οπωσδήποτε  μόνο μία σελίδα Α4 το γραπτό σας και το ψευδώνυμό σας (μονολεκτικό και όχι ονοματεπώνυμο) επάνω δεξιά στη σελίδα.

Στέλνετε το ποίημά σας, σε τέσσερα (4) αντίτυπα, με απλό ταχυδρομείο (όχι συστημένο) έως 30 Ιουνίου 2022 (σφραγίδα Ταχυδρομείου) προς:

Κυρία Παναγιώτα Ζαλώνη,

Ζαλόγγου 16,

Ίλιον, 131 23, Αθήνα.

Για τον Ποιητικό διαγωνισμό 2022

 

Ως αποστολέα βάζετε το ψευδώνυμό σας και όχι τα πραγματικά σας στοιχεία. 

Στο φάκελο αποστολής εσωκλείετε κι ένα μικρότερο κλειστό φάκελο, όπου είναι γραμμένο, απ’ έξω, το ψευδώνυμό σας (μονολεκτικό) και μέσα, σε χαρτί, γραμμένα  (όχι χειρόγραφα):  ψευδώνυμο, ονοματεπώνυμο, τίτλος ποιήματος, e-mail (οπωσδήποτε), σταθερό τηλέφωνό και την πλήρη ταχυδρομική διεύθυνσή σας.

Μη συνοδεύετε τα στοιχεία σας, με το βιογραφικό σας, λειτουργεί αρνητικά.

Τα αποσταλλέντα έγγραφα δεν επιστρέφονται, η δε κρίση της επιτροπής του διαγωνισμού, θεωρείται οριστική.

Για περισσότερες πληροφορίες: στην κα Παναγιώτα Ζαλώνη: στο Messenger.

 

                                                Από τη Διεύθυνση του ΚΕΛΑΙΝΩ

                                                           

 

 

 

ΔΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ


 

Ο Κολλητήρης μαθαίνει κομπιούτερ

Συγγραφέας: Νίκος Μίχαλος

14/03/2015

Καραγκιόζης: Σήμερα αγαπητό κοινό ο γιος μου ο Κολλητήρης, θα μας πει τι έμαθε στη σχολή κομπιούτερ, για πες μας, λοιπόν, Κολλητήρη;

Κολλητήρης: Ας τα μπαμπάκο, έφαγα ξύλο, μου είπανε να πατήσω τα κουμπιά του κουμπιάτωρα, έτσι το λένε Ελληνικά το κομπιούτερ, γιατί είναι γεμάτο κουμπιά. Εγώ ανέβηκα στο τραπέζι, τα πάτησα όλα μαζί με τα πόδια και πάει το μηχάνημα.

Καραγκ.: Δηλαδή πήγες για πληροφορική και έφερες πληροφορίες κακιές αφού έφαγες ξύλο; Τα ’κανες σαλάτα, Ρώσικη, για πες μου πως είναι το μηχάνημα όμως και τι κάνει;

Κολλητ.: Από ότι είδα απ’ τους άλλους μαθητές ο κουμπιάτωρας έχει 100 κουμπιά και βάλε, πατάς κάποιο και λέει στο τζάμι φέσι μπουκ, πατάς άλλο και λέει γιου-τουβλ.

Καραγκ.: Μη μου πεις ότι και το μηχάνημα κατάλαβε ότι είσαι τούβλο και να ξέρεις το μηχάνημα το λένε πι-σι.

Κολλητ.: Ό,τι πεις εσύ, θα σου πω τώρα μπαμπάκο τι κάνει το φέσι μπουκ, εκεί μέσα βλέπεις μουτσούνες και στο γιου-τουβλ έχει διάφορα, το ποντίκι, όμως, τα ξετρυπώνει όλα αλλά φαί τσάμπα δεν βρήκα πουθενά.

Καραγκ.: Εμένα με βρήκε το ποντίκι ή όχι;

Κολλητ.: Όχι, μπαμπάκο, γιατί  εσύ δεν είσαι γραμμένος στο ντίρινετ, γιατί θα τους πάστωνες στο ξύλο όλους.

Καραγκ.: Παιδί μου, δεν το λένε ντιρινέτ, αλλά ιντερνέτ αλλά εμένα με ξέρουν όλοι δεν τον χρειάζομαι τον κουμπιάτωρα ευτυχώς που δεν τον είπες αλιγάτορα, κοπριτάκι μου.

Κολλητ.: Ξέχασα να σου πω μπαμπάκο ότι εκεί βάζεις και αγγελία αν θέλεις να πουλήσεις κάτι.

Καραγκ.: Και τι να πουλήσουμε ρε Κολλητήρη, το γάιδαρο.

Κολλητ.: Όχι, το γάιδαρο τον θέλουμε, να πουλήσουμε το παλιό πιθάρι, έτσι κι αλλιώς κάθε βράδυ κοιμάται η γάτα μέσα. Τι να το κάνουμε;

Καραγκ.: Και πού θα κοιμάται η γάτα αν το πουλήσουμε;

Κολλητ.: Τότε να το βγάλουμε έξω να μαζεύει τη βροχή και να κάνω μπάνιο εγώ, τι λες; Όσο για τη γάτα να τη βάλουμε στα καλλιστεία του κουμπιάτωρα και να πάρουμε λεφτά πολλά αν κερδίσει.

Καραγκ.: Πήγαινε να φέρεις τη γάτα λοιπόν, που ξέρεις καμμιά φορά μπορεί να κερδίσουμε.

Κολλητ.: Δεν γίνεται μπαμπάκο, η γάτα τ’ άκουσε όλα και ανέβηκε στα κεραμίδια και δεν κατεβαίνει.

Καραγκ.: Βρε ατυχία, να μην είμαστε και εμείς στο φέσι μπουκ για να πούμε στο κοινό για το θέατρό μας και την αυριανή παράσταση;

Κολλητ.: Μπαμπάκο, θα πω ένα τραγουδάκι∙ Αγγλοελληνικά, άκουσέ το: Άμα θες να φύγεις γκό, άμα θες να μείνεις στέη, στοπ μονάχα να γκρινιάζεις αλλιώς χήαρ να μη στέη.

Καραγκ.: Θεοπάλαβο είναι το τραγούδι και εσύ στοπ όμως τώρα, η παράσταση τελειώνει. Καληνύχτα αγαπητό κοινό και αύριο πάλι εδώ

Δευτέρα 11 Απριλίου 2022

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80 Σελίδα 30


 

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80 Σελίδες 28 και 29



 

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80 Σελίδες 25 και 27




 

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80 Σελίδες 22 και 24



 

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80 Σελίδες 18 και 19



 

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80 Σελίδες 16 και 17



 

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80/ Σελίδες 10 και 15



 

ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ του ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ του ΚΕΛΑΙΝΩ Νο 80



 

Τρίτη 15 Μαρτίου 2022

Ο Καραγκιόζης «πιάνει» τον κορωνοϊό


Συγγραφέας: Νίκος Μίχαλος 12 / 6 / 2020

Ντελάλης: Ακούσατε, ακούσατε! Στο βιλαέτι ήρθε ένα μικρόβιο που δεν το πιάνει το μάτι κι αν σε τσιμπήσει, μπορεί να πεθάνεις. Λένε ότι ήρθε από την Κορώνη και γλιτώνει όποιος έχει μπάρμπα στην Κορώνη. Γι’ αυτό όλοι φυλαχτείτε, κρυφτείτε, πάρτε τα βουνά για να σωθείτε! Όποιος όμως συλλάβει το μικρόβιο, θα πληρωθεί καλά από τον πολυχρονεμένο μας Βεζίρη. Ακούσατε, ακοούσατε!

Χατζηαβάτης: Καλημέρα Καραγκιόζη, έμαθες για το μικρόβιο που δεν φαίνεται και κυκλοφορεί παντού;

Καραγκιόζης: Ναι, το είπε ο ντελάλης, αλλά τί με νοιάζει εμένα, άστο να κυκλοφορεί. Μόνο στην παράγκα να μην έρθει, δεν υπάρχει χώρος ούτε για κουνούπι.

Χατζηαβάτης: Τι λες μωρέ παλαβέ, αυτό το μικρόβιο είναι επικίνδυνο, αν σε ακουμπήσει σε σκοτώνει, μου φαίνεται το λένε κορωνιό.

Καραγκιόζης: Ρε Χατζηπαλαβιάρη, μήπως θες να πεις Μορφονιό; Κι αυτός μικρός είναι, δεν τον πιάνει το μάτι σου, είναι σαν μπάλα πέντε πόντους.

Χατζηαβάτης: Όχι, δεν εννοώ τον Μορφονιό, τ’ όνομα του μικροβίου νομίζω ότι είναι κορωνοϊός.

Καραγκιόζης: Δηλαδή είναι βασιλικό μικρόβιο, το λέει και η λέξη: Κορώνα – ιός, πρέπει να ’τανε κάποιος πρίγκιπας, τον καταράστηκε το παλάτι κι έγινε μικρόβιο.

Χατζηαβάτης: Βρε θεοπάλαβε, το λένε και οι γιατροί, ότι αν σε τσιμπήσει αυτό το μικρόβιο, παίζεται η ζωή σου κορώνα-γράμματα.

Καραγκιόζης: Και από μένα τί θέλεις πρωί-πρωί;

Χατζηαβάτης: Θέλω να βάλεις το μυαλό σου να δουλέψει και να το πιάσεις αν μπορέσεις, να μπει φυλακή ή να το σκοτώσεις, για να γλιτώσουμε τα χειρότερα. Ο Βεζίρης θέλει τη βοήθειά σου.

Καραγκιόζης: Καλά, πες του ότι θα βοηθήσω, αλλά θέλω εκατό λίρες αν πιάσω το μικρόβιο.

Χατζηαβάτης: Σύμφωνοι, αύριο θα σου φέρω προκαταβολή.

Καραγκιόζης: Φέρε όμως κι ένα ζευγάρι κιάλια νυχτός μαζί σου, τα θέλω για νυχτερινό έλεγχο.

Χατζηαβάτης: (Την άλλη μέρα)  Ήλθα Καραγκιόζη και σου έφερα 30 λίρες, έχεις έτοιμο το σχέδιο για τον κορωνιό;

Καραγκιόζης: Όπως πας ρε Χατζηχαβιάρη, θα το πεις σε λίγο κοκοβιό το μικρόβιο. Λοιπόν, τώρα άκου το σχέδιό μου: 1) Όλοι θα βάλετε απόχη στην πόρτα σας, τα παράθυρα θα ’ναι κλειστά μέρα-νύχτα. 2) Εγώ θα το περιμένω εδώ με τη σφεντόνα, η Αγλαΐα με τον μπλάστρη και τα Κολλητήρια θα στήσουνε ξώβεργες να κολλήσει απάνω τους και μετά θα βάλω τη γάτα να το φάει. 3) Τις νύχτες θα βλέπω με τα κιάλια κι όταν το δω, θα το πιάσω απ’ τ’ αυτιά αμέσως και μετά θα το βάλω σε στάμνα σφραγισμένη για να το παραδώσω στο Βεζίρη να πάρω τις υπόλοιπες λίρες, αλλά μέχρι τότε καλού-κακού θα κάνετε όλοι τον άρρωστο, θα βογκάτε ψεύτικα, το μικρόβιο θα νομίζει ότι πεθαίνετε και θα πάει αλλού για φαί.

Χατζηαβάτης: Αυτά που λες Καραγκιόζη είναι θεοπάλαβα και μπορεί να μη γίνει τίποτα. Κάτι άλλο δεν έχεις να προτείνεις;

Καραγκιόζης: Πως, έχω, να μπείτε όλοι μέσα σε νάυλον σακούλα και ν’ αναπνέετε με καλαμάκι. Πήγαινε τώρα στον Βεζίρη να του τα πεις κι αν δεν συμφωνεί θα επιστρέψω την προκαταβολή.

Χατζηαβάτης: Καλά, πάω και θα ’ρθω το απόγευμα πάλι.

Καραγκιόζης: (Απόγευμα) Λοιπόν, τι έγινε, συμφώνησε με το σχέδιό μου;

Χατζηαβάτης: Ναι, συμφώνησε και σου στέλνει μία μικρή στάμνα για να το βάλεις μέσα το καταραμένο μικρόβιο.

Βεζίρης: (Δύο μέρες μετά στο Σαράι) Καλώς τον Καραγκιόζη, βλέπω έφερες γρήγορα τη στάμνα. Είναι μέσα το μικρόβιο;

Καραγκιόζης: Ναι πατσά μου, το ’χω μέσα ταπωμένο το άτιμο, αλλά δεν φαίνεται γιατί είναι αόρατο.

Βεζίρης: Βάι, βάι και πώς το ’πιασες ορέ διαόλου κάλτσα;

Καραγκιόζης: Το είδα με τα κιάλια της νύχτας που με αυτά βλέπεις σαν τη γάτα. Περίμενα και το ’πιασα όταν κοιμήθηκε. Το έχω εδώ, νάτο, δηλαδή μες στη στάμνα.

Βεζίρης: Μπράβο, παιδί μου Καραγκιόζη, έσωσες το βιλαέτι, πάρε τώρα τις υπόλοιπες λίρες κι ένα κουτί λουκούμια δώρο για τον κόπο σου.

Καραγκιόζης: Ευχαριστώ πατσά μου, φεύγω τώρα.

 

Βεζίρης: Να φύγεις παιδί μου κι αν σε χρειαστώ πάλι, θα σε ξαναφωνάξω. Να σ’ έχει καλά ο Αλλάχ!

Βεληγκέκας: Μια στιγμή Βεζίρη μου να δω τι έχει μέσα η στάμνα, μήπως λέει ψέματα ο Καραγκιόζης. (Ανοίγει τη στάμνα. Βγαίνει μια πεταλούδα και φεύγει).

Βεζίρης: Τι έκανες Βελή πασά; Έφυγε το μικρόβιο! Χάλασες τη δουλειά, σε λίγο θα ψόφαγε το μικρόβιο στη στάμνα.

Βεληγκέκας: Σε κορόιδεψε ο Καραγκιόζης πασά μου, είδες κι εσύ ότι ήταν μέσα μια πεταλούδα, να δώσει τις λίρες πίσω.

Βεζίρης: Βάι, βάι, θα τρελαθώ σήμερα, που είναι ο Χατζηαβάτης να μου εξηγήσει;

Χατζηαβάτης: Εδώ είμαι Βεζίρη μου, η πεταλούδα ήταν μέσα μαζί με το  μικρόβιο. Το κόλλησε ο Καραγκιόζης στα φτερά της για να μην το χάσει, γιατί είναι αόρατο το μικρόβιο, θα ψόφαγε μες στη στάμνα από τη πείνα, αλλά ο Βελιγκέκας χάλασε το σχέδιο. Θα χρειαστούμε πάλι 100 λίρες για να το ξαναπιάσει ο Καραγκιόζης.

Βεζίρης: Τι θα κάνω μωρέ με σας, αν αρρωστήσει το βιλαέτι θα βρω μεγάλο μπελά από τον Σουλτάνο.

Καραγκιόζης: Πολυχρονεμένε μου Βεζίρη, να σου πω κάτι στο αυτί, δεν θα σε δαγκώσω, μη φοβάσαι.

Βεζίρης: όχι, αυτό δεν γίνεται. Πες το στον Χατζηαβάτη να μου το πει.

Χατζηαβάτης: Λέγε μου Καραγκιόζη στο αυτί. Τι να του πω;

Καραγκιόζης: Πες του Βεζίρη ότι το μικρόβιο θα ψοφήσει σε λίγες μέρες γιατί το λέει και η λέξη, ότι έχει μικρό-βίο, κατάλαβες; (Ο Χατζηαβάτης το λέει στον Βεζίρη).

Βεζίρης: Μπράβο μωρέ Καραγκιόζη, αν είναι έτσι, είμαι ήσυχος και θα το ντελαλήσω παντού ότι σωθήκαμε απ’ το μοβόρικο μικρόβιο. Πάρε κι ένα κουτί λουκούμια ακόμα, για τον κόπο σου. Άντε τώρα στο καλό κι αν σε χρειαστώ θα σε φωνάξω πάλι.

Καραγκιόζης: Ευχαριστώ πασά μου, γιατί γλίτωσα κι εγώ τη ζωή μου. Κι αν θα ’ρθουν άλλα μικρόβια, εγώ θα τα εξαφανίσω. Όσο για την πεταλούδα, μάλλον θα πάει από κει που ήρθε, δηλαδή στους εχθρούς του Σουλτάνου, εκεί στην Ευρώπη, ξέρεις εσύ, κι έτσι, μ’ έναν σμπάρο δυο τρυγόνια. Έφυγε από μας και θα ψοφήσουν αυτοί. Κι εμείς θα κοιμόμαστε ήσυχα από δω και πέρα.

Βεζίρης: Βάι, βάι, τι μυαλό είναι αυτό μωρέ Καραγκιόζης, ξυράφι! Τώρα πήγαινε στην παράγκα σου κι αύριο θα σου στείλω ένα ταψί μπακλαβάδες να φας εσύ και τα παιδιά σου.

Καραγκιόζης: Καλά, φεύγω κι ευχαριστώ για τον μπακλαβά, αλλά αν έλθει άλλο μικρόβιο στο βιλαέτι, ειδοποίησέ με και θα το τακτοποιήσω αμέσως. Κοιμήσου τώρα ήσυχος. Χατζατζάρη, έλα αύριο στην παράγκα να σε κεράσω μπακλαβά και να σου δώσω 2 λίρες για τον κόπο σου. Μωρέ να ’χα κάθε μέρα τέτοια τύχη μανούλα μου, θα πέρναγα ζωή και κότα!

Εδώ η παράσταση έλαβε τέλος!  Ν. Μ.