Θέατρο:
Χρύσας Ξουραφά, «Αντιγόνη, η αληθινή ιστορία» -
Κριτική
Νίκου Μπατσικανή, Συγγραφέας,
ποιητής, κριτικός θεάτρου
Σκηνοθεσία: Βάνα Πεφάνη Σκηνικά - Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης
Μουσική
επιμέλεια: Βάνα Πεφάνη, Αντώνης Καραθανασόπουλος
Κινησιολογία:
Έλιο Φοίβος Μπέικο Φωτισμοί: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Βοηθός
σκηνοθέτη: Ντέπυ Πάγκα Ηλεκτρική κιθάρα: Αντώνης Καραθανασόπουλος
Μετάφραση
κειμένου στα Αγγλικά: Virginia Murray
Φωτογράφος
παράστασης: Στράτος Προύσαλης
Δημιουργικό
αφίσας: Άλκηστις Μαυροειδή
Walz
«Face to face» και «Astradeni»:
Μιχάλης Κουμπιός
Ερμηνείες (με αλφαβητική σειρά): Βασίλης Αφεντούλης (Σοφοκλής), Μαρία Δαμασιώτη (Αντιγόνη), Αντώνης Καραθανασόπουλος (Αίμονας), Νικολίνα Μουαίμη (Ισμήνη), Ντέπυ Πάγκα (Μήδεια), Δήμητρα Σύρου (νέα), Γιώργος Χουλιάρας (Οιδίποδας), Χρήστος Χριστόπουλος (νέος)
Ερμηνείες (με αλφαβητική σειρά): Βασίλης Αφεντούλης (Σοφοκλής), Μαρία Δαμασιώτη (Αντιγόνη), Αντώνης Καραθανασόπουλος (Αίμονας), Νικολίνα Μουαίμη (Ισμήνη), Ντέπυ Πάγκα (Μήδεια), Δήμητρα Σύρου (νέα), Γιώργος Χουλιάρας (Οιδίποδας), Χρήστος Χριστόπουλος (νέος)
Η συγγραφέας Χρύσα Ξουραφά, έχοντας κατά νου την ομώνυμη
τραγωδία του Σοφοκλή, την οποία είναι φανερό πως σέβεται και θαυμάζει, έγραψε
ένα απολαυστικό έργο -μα όχι κάνοντας διασκευή ή παρωδώντας το- στο οποίο η
κεντρική ηρωίδα δεν ακολουθεί τη μοίρα που έταξε ο Σοφοκλής και κατ’ επέκταση ο
Κρέοντας στην «αθάνατη» ηρωίδα (να θαφτεί ζωντανή σε υπόγεια σπηλιά και να
πεθάνει εκεί, επειδή είχε το θάρρος να παραβλέψει την εντολή του βασιλιά και να
ρίξει χώμα πάνω στο σώμα του σκοτωμένου αδελφού της Πολυνείκη) αλλά διεκδικεί
το δικαίωμα στην ελευθερία και στον έρωτα. Εντελώς διαφορετική εκδοχή του
μύθου, προκειμένου να δείξει μιαν αλλιώτικη πορεία του «θύματος» κάτω από τα
καινούργια δεδομένα των ημερών που ζούμε. Ένα όνειρο με άλλη διαδρομή, όπου η
ματιά της δημιουργού επισημαίνει την αδυναμία των νέο-Ελλήνων να αξιοποιήσουν
καλύτερα την τεράστιας αξίας κληρονομιά των προγόνων τους, αλλά και την βαθιά
κρίση των ανθρωπίνων σχέσεων στην ηλεκτρονι-κοποιημένη εποχή μας. Το όλο
εγχείρημα, που ως βάση του έχει την αδιέξοδη ερωτική ιστορία μιας κοπέλας κι
ενός νέου «σήμερα», «φλερτάρει» συνεχώς με τη γνωστή μας «Αντιγόνη» αλλά και
«δραπετεύει» από αυτή, συγχρόνως. Έτσι, ο μύθος παίρνει μιαν
ανθρώπινη διάσταση, μέσα στην καθημερινότητά μας, με την προτροπή να κοιτάμε
πίσω για να μπορούμε να προχωράμε μπροστά. Η δημιουργός εμπλέκει στην ιστορία
της ακόμα και τη «Μήδεια», ως ένα ακόμη «θύμα - θύτη» του Έρωτα, αλλά και ως
«προϊόν» της γόνιμης φαντασίας του έτερου -νεότερου- τραγικού μας
(Ευριπίδη), και αυτό γίνεται με πολύ πετυχημένον τρόπο, καθώς το έργο της βγάζει
γέλιο με αναφορές σε «σοβαρά» θέματα, χωρίς να τα διακωμωδεί. Στο τέλος, η
δημιουργός επανατοποθετεί την Αντιγόνη εκεί από όπου την «δανείστηκε»: στα
αριστουργήματα του Αρχαίου Δράματος.
Το ανέβασμα ενός τόσο
ιδιαίτερου έργου σκηνοθετήθηκε με ευφάνταστον τρόπο από την Βάνα Πεφάνη, η
οποία κατάφερε να αξιοποιήσει και να συνθέσει τα στοιχεία που αυτό εμπεριέχει.
Επιπλέον, η σκηνοθέτιδα έπραξε σωστά που «πάτησε» πάνω και στα όσα γνωρίζουμε
από τον «κλασσικό» τρόπο που παίζεται μια αρχαία τραγωδία, αλλά χωρίς να
«εγκλωβιστεί» σε αυτόν. Η σκηνοθεσία της ισορρόπησε ανάμεσα στο παλιό και στο
νέο, στο ακαδημαϊκό και στο μοντέρνο -βοηθός της η Ντέπυ Πάγκα- αναλόγως της
κάθε σκηνής και όσων ήθελε να αναδείξει το κείμενο, προσπαθώντας να σπάσει τα
«δεσμά» του μακρινού παρελθόντος (όπως και η κεντρική ηρωίδα, η οποία θέλει
ζήσει και να μην πεθάνει άταφη, σαν τον αδελφό της στο έργο του Σοφοκλή), αλλά
και «πατώντας» πάνω σε αυτό. Αέρινα, μετα-μοντέρνα και διαχρονικά τα κοστούμια
του Γιώργου Λυντζέρη και λειτουργικά τα σκηνικά του, για την τεράστιου
βάθους σκηνή του β΄ υπογείου. Η μουσική, την οποία επιμελήθηκαν οι Βάνα Πεφάνη
και ο Αντώνης Καραθανασόπουλος, συνέβαλε θετικά στο συνολικό αποτέλεσμα, όπως
και οι ευφυείς φωτισμοί του Βασίλη Κλωτσοτήρα. Η κινησιολογία του Έλιο Φοίβου
Μπέικο υπηρέτησε την παράσταση και, όλα μαζί, εναρμονισμένα, έδωσαν τις
κατάλληλες συνθήκες στους ηθοποιούς να αποδώσουν τους ξεχωριστούς ρόλους τους.
Τόσο οι δυο νέοι, που παίζουν το σύγχρονο ζευγάρι (Δήμητρα Σύρου Χρήστος
Χριστόπουλος), όσο και οι υπόλοιποι, οι οποίοι υποδύονται μορφές του μακρινού παρελθόντος,
είναι άξιοι συγχαρητηρίων για τις ερμηνείες τους: η Μαρία Δαμασιώτη ως Αντιγόνη
και ο Αντώνης Καραθανασόπουλος στον ρόλο του λατρευτού της Αίμονα. Στη
«μάχη» που δίνουν -επί σκηνής- δίκην χορού αρχαίου δράματος, αλλά και ως
ηρωίδες, εντυπωσίασαν οι Νικολίνα Μουαίμη (Ισμήνη), Ντέπυ Πάγκα (Μήδεια), με τη
χαριτωμένη φιγούρα και τα σκέρτσα της η πρώτη, και την αυστηρή μορφή και τις
άτεγκτες απόψεις της η δεύτερη (δικαιολογημένες λόγω της προδοσίας που υπέστη
από τον Ιάσονα, για τον έρωτα του οποίου είχε εγκαταλείψει τη χώρα της, γονείς
και φίλους). Ο Γιώργος Χουλιάρας ερμηνεύοντας τον τραγικό πατέρα Οιδίποδα
-έρμαιο της μοίρας, αλλά και τον άνθρωπο που επέφερε τόσα πολλά και μεγάλα δεινά
στη γενιά των Λαβδακιδών, έστω κι αν αυτό έγινε άθελά του- εντυπωσίασε με το
στέρεο ταλέντο του, ενώ ο Βασίλης Αφεντούλης στον ρόλο του Σοφοκλή
ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις του ρόλου του, δοσμένον ακόμη και ως Rock Star.
Τέλος, ο Αντώνης Καραθανασόπουλος απέδωσε με ωριμότητα κι ευαισθησία τον
ερωτοχτυπημένο αλλά και αρνητή -αργότερα- των υποσχέσεών του Αίμονα, πειθήνιο
όργανο του πατέρα του (Κρέοντα), των εξελίξεων και της κατάληξης που έχει ο
άνθρωπος και η αγνή – αιώνια αγάπη στις μέρες μας. Παρ’ όλα αυτά, ο ύμνος στον
Έρωτα: «Ἔρως ἀνίκατε µάχαν, Ἔρως, ὃς ἐν κτήµασι πίπτεις, ὃς ἐν µαλακαῖς παρειαῖς
νεάνιδος ἐννυχεύεις, φοιτᾷς δ᾽ ὑπερπόντιος ἔν τ᾽ ἀγρονόµοις αὐλαῖς, καί σ’ οὐτ’
ἀθανάτων φύξιµος οὐδείς οὐθ’ ἀµερίων σέ γ’ ἀνθρώπων». […] (Έρωτα ακαταµάχητε,
Έρωτα, που κατακτάς όσους πέφτεις πάνω τους, εσύ που διανυκτερεύεις στα τρυφερά
µάγουλα των κοριτσιών και τριγυρνάς πάνω απ’ τις θάλασσες και των ξωµάχων τα
κατώφλια, κανείς δεν σου γλυτώνει, θνητός ή αθάνατος, καθώς φωλιάζεις στο κορµί
και το µανίζεις). [...] το ωραιότερο κομμάτι της κορυφαίας -κατά τη γνώμη μου-
αρχαίας τραγωδίας μας κυριαρχεί και στην παράσταση, που είχα την τύχη να
παρακολουθήσω, μαζί με πολλούς ακόμη θεατές και όλοι χειροκροτούσαμε για ώρα
τους πρωταγωνιστές, το έργο και την παράσταση που «επανατοποθέτησαν τα
πράγματα» στις συνθήκες της εποχής μας, με οδηγό τους τον μεγάλο και
ανθρωποκεντρικό πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων. N. M.